Την περασμένη Παρασκευή 1η Μαρτίου ξεκίνησαν, με την ταινία ο “Αληθινός Φασισμός”, του Μιχαήλ Ρομ, οι προβολές ταινιών από την Ταινιοθήκη της Ρήξης, “έναν νέο χώρο πολιτικής και πολιτισμού”, όπου μεταξύ άλλων θα διοργανώνονται κινηματογραφικές βραδιές. Η πρώτη σειρά προβολών έχει ως θέμα την ιστορία στον κλασσικό κινηματογράφο. Για το θέμα αυτό μίλησε στην ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ, ο δημοσιογράφος-σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μπλάθρας, ο οποίος έχει την ευθύνη αυτής της προσπάθειας.
Κωνσταντίνος Μπλάθρας
Κ.Χ Τι είναι η Ταινιοθήκη της Ρήξης; Πώς σκεφτήκατε αυτή τη δραστηριότητα στο “Άρδην”;
Κ.Μ. Η ταινιοθήκη της Ρήξης φιλοδοξεί να γίνει μια κινηματογραφική λέσχη, κάπως παραδοσιακή και παλιομοδίτικη, θα έλεγα, στο κέντρο της Αθήνας. Με την ευκαιρία της έναρξης λειτουργίας του νέου πολυχώρου του περιοδικού Άρδην, στην οδό Ξενοφώντος 4, σκεφτήκαμε πως θα είχε ενδιαφέρον, εκτός των άλλων εκδηλώσεων, να οργανωθούν και κάποιες προβολές ταινιών, ευκαιρία πάντα για συνεύρεση, προβληματισμό και κουβέντα.
Κ.Χ. Ποιο είναι το θέμα των πρώτων προβολών και πώς το επιλέξατε;
Κ.Μ. Για να ξεκινήσει η Ταινιοθήκη της Ρήξης διαλέξαμε ταινίες κλασικές που έχουν μιαν ιδιαίτερη και σε βάθος ματιά στην ιστορία, ακριβώς επειδή η ιστορία και η ανάλυσή της είναι πάντοτε μια βάση για την ανάπτυξη της πολιτικής θεωρίας και πράξης, για την οποία ιδιαίτερα ενδιαφέρεται ο κόσμος, που κινείται γύρω από το περιοδικό Άρδην και την εφημερίδα Ρήξη. Η κάθε μια από τις ταινίες, λοιπόν, θέτει με το δικό της τρόπο σημαντικές στιγμές της ιστορίας, αναδεικνύοντάς τες είτε ως φόντο του μύθου που παρουσιάζει, είτε στο προσκήνιό του.
Κ.Χ. Σε μια πρώτη ανάγνωση οι ταινίες φαίνεται ότι δεν έχουν “κάτι κοινό” μεταξύ τους. Π.χ. τι κοινό θα μπορούσε να έχει ο Ροσελίνι με τον Ταρκόφσκι; Ωστόσο, αν επιμείνει κανείς θα δει ότι όλες αυτές οι ταινίες, εκτός από το γεγονός ότι είναι κλασσικές, εκφράζουν προβληματισμούς, πολιτικούς και κοινωνικούς. Θεωρείτε ότι ο κινηματογράφος και στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ταινίες που επιλέξατε, μπορούν να ευαισθητοποιήσουν ή να προβληματίσουν το θεατή σήμερα;
Πάντοτε μια ταινία, ένα έργο τέχνης γενικότερα, γεννά σκέψεις στο θεατή για μια σειρά από θέματα, πολύ συχνά και πέρα από την προφανή και άμεση θεματολογία της. Ο Ροσελίνι και ο Ταρκόφσκι, που αναφέρατε, για παράδειγμα, κάνοντας και οι δύο έναν κινηματογράφο κοντά στην ανθρώπινη ιστορική εμπειρία, που τις περισσότερες φορές είναι τραγική, και έχοντας την κοινή κληρονομιά του ευρωπαϊκού ουμανισμού, δεν είναι άρα τόσο μακριά. Βέβαια, ο καθένας ξεκινά με διαφορετικό πνευματικό οπλοστάσιο και καταλήγει κάποτε και σε τελείως αντιδιαμετρικές ματιές στον κόσμο και τους ανθρώπους.
Το Ρώμη ανοχύρωτη πόλη, του Ρομπέρτο Ροσελίνι, φερ’ ειπείν, γυρισμένο το 1945 σε μια καθημαγμένη από τον πόλεμο Ρώμη, πατώντας σ´ έναν πάντοτε ζωντανό ιταλικό ρεαλισμό, ιδρύει ένα ξεχωριστό είδος ταινίας, γυρισμένης με λίγα μέσα στους δρόμους της πόλης. Η ταινία Αντρέι Ρουμπλιόφ, από την άλλη, του Αντρέι Ταρκόφσκι, είναι μια ισ-τορική περιπέτεια με πολλούς ηθοποιούς και κομπάρσους, κοστούμια εποχής κ.λπ., μια υπερπαραγωγή δηλαδή, με μια ιστορία που πηγαίνει πίσω στον ρωσικό μεσαίωνα, στην ιστορία του μεγάλου Ρώσου ζωγράφου, του Ρουμπλιώφ, που έζησε κι αυτός σε μια καθημαγμένη, από την εισβολή των Τατάρων, Ρωσία. Αν ο Ροσελίνι, μέσα από μια δυστυ-χισμένη μάνα δείχνει το μέγεθος της τραγικότητας του πολέμου, ο Ταρκόφσκι, μέσα από τα μάτια ενός μεγάλου δημιουργού μιλά για τη μοίρα του καλλιτέχνη και του έργου του, μέσα στην ιδια την τραγική πορεία της ανθρώπινης περιπέτειας, δηλαδή της ιστορίας.
Κ.Χ. Γνωρίζετε ποιες ήταν οι αντιδράσεις των κριτικών αλλά και του κοινού όταν προβλήθηκαν οι ταινίες αυτές;
Κ.Μ. Κοιτάξτε. Όλες τους είναι κλασικές ταινίες και αγαπήθηκαν και στην εποχή τους αλλά και επέζησαν μέσα στο χρόνο. Και νομίζω οι περισσότερες, αν όχι όλες, έγιναν στον καιρό τους μεγάλες επιτυχίες.
Κ.Χ. Ως προς τη σκηνοθεσία τώρα, πώς θα κρίνατε αυτές τις ταινίες;
Κ.Μ. Οι ταινίες αυτές, όπως σας είπα, έχουν ήδη κριθεί και μάλιστα έχουν μαζί τους κι ένα μεγάλο ατού, τον χρόνο. Ανήκουν, βέβαια, σε τελείως διαφορετικούς, ως προς την έκφραση και το στυλ, σκηνοθέτες, που έχουν όλοι τους καταξιωμένο σήμερα έργο και ανοίγονται χρονικά σε μια ολόκληρη πεντηκονταετία, από την ταινία του Ροσελίνι ίσαμε το Γη και ελευθερία του Λόουτς, ταινία του 1995.
Εάν με ρωτούσατε προσωπικά, κάποιες από αυτές είναι πιο κοντά στο δικό μου γούστο, αλλά αυτό έχει να κάνει και με τις προσωπικές προτιμήσεις του κάθε θεατή. Στόχος μας, πάντως, είναι εκτός των άλλων να ανοιχτεί ο θεατής σε διαφορετικές ματιές, μέσα στην ιστορία του κινηματογράφου και να δει ή, ενδεχομένως, να ξαναδεί ταινίες, που η καθεμιά με τον τρόπο της, διεύρυναν τη ματιά μας πάνω στον άνθρωπο και την ιστορία.
Κ.Χ. Θα θέλατε τώρα να αναφερθείτε στην υπόθεση των πέντε ταινιών της πρώτης σειράς προβολών και να μας πείτε πώς έχουν οργανωθεί αυτές οι κινηματογραφικές βραδυές, π.χ. θα ακολουθεί συζήτηση;
Κ.Μ. Ναι, βέβαια, θα ακολουθεί συζήτηση, γι’ αυτό είπα πως είναι μια κάπως παλιομοδίτικη λέσχη, αν και αυτό δεν είναι υποχρεωτικό. Μπορεί, δηλαδή, κάποιος να δει την ταινία μόνο. Ξέρω ότι όλες αυτές οι ταινίες σήμερα είναι εύκολα προσβάσιμες, μέσω ίντερνετ, DVD κ.λπ. και μπορεί κανείς να τις δει μόνος του στο σπίτι του, ξαπλωμένος ίσως. Αλλά η κατά μόνας θέαση δεν είναι σινεμά, είναι μια κάπως διαφορετική λειτουργία. Γιατί κινηματογράφος είναι ακριβώς αυτό: η προβολή μιας ταινίας σε κοινό, το να δεις άρα μια ταινία μαζί με άλλους θεατές.
Ως προς την υπόθεση των ταινιών, για τις δύο, το Ρώμη ανοχύρωτη πόλη και τον Αντρέι Ρουμπλιόφ, νομίζω αναφέρθηκα. Η πρώτη ταινία που προβάλλουμε, το φιλμ Καθημερινός φασισμός, του Μιχαήλ Ρομ, είναι μια ταινία του 1965. Ο Ρομ έχει χρησιμοποιήσει φιλμ αρχείου, από επίκαιρα των Ναζί, που κατασχέθηκαν μετά τον πόλεμο, για να απαντήσει στο ερώτημα: τι οδήγησε τους ανθρώπους, κατά τα άλλα καθημερινούς και συνηθισμένους, στα μαζικά εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας.
Στο Ταξίδι στα Κύθηρα, του δικού μας Θόδωρου Αγγελόπουλου, ταινία του 1984, ένας πολιτικός πρόσφυγας στο ρόλο του Σπύρου ο μεγάλος Μάνος Κατράκης επιστρέφει από το πρώην ανατολικό μπλοκ στο χωριό του, πρώτη φορά μετά τον Εμφύλιο. Εκεί θα βρει τραγικά ζωντανή τη μνήμη του μίσους, στο πρόσωπο ενός συγχωριανού του εδώ ο αξέ-χαστος Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Και οι δύο, φυσικά, είναι ηττημένοι σ´ αυτό τον αδελφοκτόνο σπαραγμό.
Στο Γη και ελευθερία (1995), τέλος, του Κένεθ Λόουτς, με τον βρετανικό πολιτικό ρεαλισμό του κινηματογράφου του, μεταφερόμαστε στον ισπανικό εμφύλιο, που συντάραξε όλη την Ευρώπη, αλλά και τον κόσμο, παραμονές του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι στα 1936, που ένας νεαρός Άγγλος κομμουνιστής από το Λίβερπουλ κατατάσσεται στις Διεθνείς Ταξιαρχίες του δημοκρατικού στρατού στο μέτωπο της Αραγονίας, όπου βρίσκεται μπροστά σ’ έναν άλλο εσωτερικό ιδεολογικό εμφύλιο, το ίδιο αιματηρό με τον πόλεμο κατά του φασίστα Φράνκο.
Κατερίνα Χουζούρη