ΠΩΣ ΚΛΙΜΑΚΩΘΗΚΑΝ ΤΑ ΑΙΜΑΤΗΡΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
Η πυροδότηση των συγκρούσεων βαθαίνει τις πετρελαιοπληγές
Οι ολιγάριθμοι αλλά πάνοπλοι τζιχαντιστές σπέρνουν το χάος επιδιώκοντας τη δημιουργία ισλαμικού κράτους, την ώρα που οι κυβερνητικές δυνάμεις περιμένουν τις ΗΠΑ ως μάννα εξ ουρανού
Στο χείλος της διάσπασης βρίσκεται το Ιράκ, με την προέλαση των σουνιτών τζιχαντιστών να συνεχίζεται και τις κυβερνητικές δυνάμεις να ελπίζουν ότι οι αδυναμίες τους θα καλυφθούν μέσω αμερικανικής βοήθειας που θα επιθυμούσαν να… πέσει από τον ουρανό. Πόσο γρήγορα όμως εξελίχθηκε στην πραγματικότητα η έφοδος του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε (ΙΚΙΛ), τι βρίσκεται πίσω από τις αιματηρές επιθέσεις, κατά πόσο συνδέονται με το συριακό εμφύλιο κι από πού τροφοδούνται οικονομικά οι επιχειρήσεις; Απάντηση υπάρχει βέβαια για όλα τα ερωτήματα, αλλά η αλήθεια της είναι σχετική.
Η υπό αμερικανική διοίκηση συμμαχική επέμβαση του 2003 οδήγησε στην αιματηρή εξέγερση των σουνιτών Αράβων του Ιράκ, που είχαν υπό τον έλεγχό τους τη χώρα και την εποχή του Σαντάμ Χουσεΐν. Οι επιθέσεις έναντι αξιωματούχων και πολιτών προκαλούσαν μεγάλης κλίμακας αντίδραση-απάντηση από τη σιιτική πλειοψηφία. Αν και βρίσκεται κάτω από την κορύφωση του 2006, η σεκταριστική βία κατέγραψε άνοδο μετά την απόσυρση των Αμερικανών στρατιωτών στα τέλη του 2011.
Η πιο πρόσφατη έξαρση πυροδοτήθηκε τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν σουνίτες μαχητές, που επιδιώκουν τη δημιουργία ισλαμικού κράτους στο Ιράκ και τη Συρία, κατέλαβαν την πόλη Φαλούτζα.
Λόγω… οργής
Με τη στήριξη των ντόπιων φυλάρχων, οι μαχητές εκμεταλλεύθηκαν τη διάχυτη οργή μεταξύ των σουνιτών που κατηγορούν το σιίτη πρωθυπουργό του Ιράκ Νούρι αλ-Μαλίκι για διακρίσεις εις βάρος τους και μονοπώληση της εξουσίας.
Εξι μήνες αργότερα θα ξεκινούσε η έφοδος στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ, τη Μοσούλη, στα βόρεια. Τριάντα χιλιάδες στρατιώτες πέταξαν τα όπλα τους όταν ήρθαν αντιμέτωποι με περίπου 800 ένοπλους τζιχαντιστές, που ξεκίνησαν την προέλασή τους προς την ιρακινή πρωτεύουσα.
Οι κλιμακούμενες επιχειρήσεις εναντίον ιρακινών πόλεων έχουν μεθοδευθεί και εκτελούνται από το ΙΚΙΛ. Πριν από πέντε χρόνια, σύμφωνα με τις Ηνωμένες Πολιτείες, το παρακλάδι αυτό της αλ-Κάιντα «βρισκόταν στο κατώφλι μιας στρατηγικής ήττας». Σήμερα, παρ’ όλ’ αυτά, με καθημερινές βομβιστικές επιθέσεις στη Βαγδάτη και μια έκρηξη διευρυμένων επιχειρήσεων ελέγχει μεγάλα τμήματα στο δυτικό και το βόρειο τμήμα του Ιράκ και εντός της Συρίας, όπου επιδιώκει τη δημιουργία ισλαμικού κράτους.
Ωστόσο οι βάναυσες τακτικές που ακολουθούν οι μαχητές του και η ακραία εφαρμογή του ισλαμικού νόμου που έχουν επιβάλει σε περιοχές που ελέγχουν, τους έχουν αποξενώσει από ανταρτικές ομάδες της Συρίας, οι οποίες έχουν μάλιστα συγκροτήσει μέτωπο εναντίον τους. Αν και οι δυνάμεις του ΙΚΙΛ υπολογίζονται σε λίγες χιλάδες μαχητές, έχουν σημαντικά ενισχυθεί στο Ιράκ από τους σουνίτες φυλάρχους και πρώην μέλη του ιρακινού στρατού που διαλύθηκε με αμφιλεγόμενο τρόπο από τις ΗΠΑ, μετά την ανατροπή του Σαντάμ.
Αδύναμη αντίσταση
Από την άλλη πλευρά, οι ιρακινές δυνάμεις θεωρείται ότι αποτελούνται από εκατοντάδες χιλιάδες εκπαιδευμένο και εξοπλισμένο από τις ΗΠΑ προσωπικό, οπότε θεωρητικά θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν σχετικά εύκολα μια στρατιωτική οργάνωση, με όχι περισσότερους από 15 χιλιάδες μαχητές.
Στην πραγματικότητα οι μέθοδοι του ΙΚΙΛ, που περιλαμβάνουν από επιθέσεις αυτοκτονίας μέχρι αποκεφαλισμούς και σταύρωση, σπέρνουν δέος και τρόμο κι έρχονται να προστεθούν στα σημαντικά προβλήματα που πλήττουν τον ιστό των δυνάμεων ασφαλείας, ο οποίος αποδυναμώνεται από τις σεκταριστικές εντάσεις και την εκτεταμένη διαφθορά.
Επίσης, η ένταση στη Συρία έχει οπωσδήποτε συμβάλει στην αποσταθεροποίηση του Ιράκ. Αν και στην αρχή δεν ανέλαβαν ενεργό ρόλο, στην πορεία Ιρακινοί βρέθηκαν να πολεμούν και στις δύο πλευρές της εμφύλιας συριακής σύγκρουσης, που μαίνεται τα τελευταία τρία χρόνια.
Η σιιτική κυβέρνηση του αλ-Μαλίκι αρνείται ότι στηρίζει το Σύρο πρόεδρο, Μπασάρ αλ-Ασαντ, που ανήκει στους σιίτες-αλεβίτες, αλλά αναλυτές επιμένουν ότι κάνει σίγουρα τα στραβά μάτια στην εισροή όπλων και μαχητών από το Ιράν και το σιιτικό πυρήνα του Ιράκ.
Οι σουνίτες εξεγερμένοι της Συρίας έχουν τη στήριξη των σουνιτών του Ιράκ που τους παρέχουν όπλα, προστασία και μαχητές. Το ΙΚΙΛ είχε στείλει χρήματα και εκπαιδευμένους μαχητές στη Συρία, προτού αρχίσει να συμμετέχει στην εξέγερση, το 2013. Στη συνέχεια δημιούργησε προπύργια και στις δύο πλευρές των συνόρων, δίνοντας μια άλλη διάσταση στην κρίση.
Θρησκεία και… άλλα
Αν και οι θρησκευτικές διαφορές υπήρξαν για πάρα πολλά χρόνια ο βασικός καταλύτης της βίας στο Ιράκ, αναλυτές εκτιμούν πως δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση. Οι εθνοτικές συγκρούσεις έχουν εξίσου συμβάλει στην αποσταθεροποίηση και οι πολιτικές έριδες παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο.
Οσο για το ΙΚΙΛ, φαίνεται να διαθέτει τεράστιους οικονομικούς πόρους. Αρχικά, η χρηματοδότησή του αποδίδονταν σε ισχυρά πρόσωπα από τις χώρες του Κόλπου. Σήμερα, όμως, υπάρχει μεγάλη εισροή χρημάτων από τις πετρελαιοπηγές που ελέγχει στην ανατολική Συρία, από το λαθρεμπόριο και τους εκβιασμούς. Αμερικανοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι τα περιουσιακά στοιχεία της οργάνωσης ξεπερνούσαν τα 875 εκατομμύρια δολάρια πριν από την πτώση στη Μοσούλης, όταν πήρε άλλα 425 εκατομμύρια από το εκεί παράρτημα της Τράπεζας του Ιράκ. Οχι αναίτια, ειδικοί θεωρούν ότι πρόκειται για την οικονομικά ισχυρότερη στρατιωτική οργάνωση.
(Πηγές: BBC-Reuters)
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΙΡΑΚΙΝΗ ΚΡΙΣΗ
Μία άσπρο μία μαύρο και στη μέση οι Κούρδοι
Οι δύο όψεις της νέας κρίσης που έχει ανακύψει στο χώρο της Μέσης Ανατολής, για λογαριασμό της ερντογανικής Τουρκίας εμφανίζονται πρώτον ως αδιέξοδο και πορεία προς την έξοδο του Ερντογάν και δεύτερον ως ευκαιρίες πολλαπλών επιλογών.
Αφού μιλάμε για το χώρο της Μέσης Ανατολής, δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Ο χώρος, καθώς οι ισορροπίες αλλάζουν μέρα με τη μέρα, δεν θα μπορούσε παρά να χαράσσει για την Τουρκία ένα πολλαπλό πλαίσιο που περιλαμβάνει και την καταστροφή και το όφελος.
Από εκεί και πέρα όμως υπάρχει και η μακροπρόθεσμη οπτική των πραγμάτων. Εκεί μπορεί να τοποθετηθεί, για παράδειγμα, η επιλογή της ερντογανικής εξουσίας για μετατροπή της Τουρκίας σε μεσανατολικό στοιχείο, παράλληλα με την απομάκρυνση από το ευρωπαϊκό.
Βεβαίως στο παράδειγμα αυτό μπορεί να διατυπωθούν και οι εξής απόψεις-ερωτήσεις: Πόσο ανεξάρτητη και αποστασιοποιημένη από τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα σχέδια των Αμερικανών ήταν και είναι η εμπλοκή της Τουρκίας στις μεσανατολικές εξισώσεις;
Πότε η Τουρκία στην ιστορία της υπήρξε ανεπιστρεπτί και σταθερά συνδεδεμένη με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι;
Η τάση που επιδεικνύει ο Ερντογάν από την πρώτη στιγμή της κρίσης στη Συρία, να είναι ουδέτερη έως θετική απέναντι στις εκδοχές της Αλ Κάιντα (Αλ Νούσρα, Ισλαμικό Κράτος Ιράκ-Συρίας) είναι μία παρακαταθήκη μάλλον αρνητική. Και είναι αρνητική, από τη στιγμή που η οριζόμενη από τις ΗΠΑ και τη Δύση ισορροπία έγειρε εναντίον των σουνίτικων ισλαμιστικών στοιχείων.
Ο Ερντογάν αποφεύγει ακόμη να αποκαλέσει «τρομοκράτες» τους τζιχαντιστές που επελαύνουν τώρα στο Ιράκ, κι ας αποκαλύπτονται καθημερινά τα τεκμήρια της θηριωδίας. Εχοντας μάλιστα δημιουργήσει στο εσωτερικό της Τουρκίας κλίμα συμπάθειας προς τους σουνίτες ισλαμιστές και μια αντιπάθεια εναντίον όλων των υπολοίπων στην περιοχή, είναι δύσκολο για τον Ερντογάν να στραφεί ξαφνικά εναντίον της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος Ιράκ και Συρίας.
Το μοντέλο
Οι εποχές όμως άλλαξαν. Το τριμερές μοντέλο που ανέκυψε στο Ιράκ, μετά την τελευταία εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ, αρχίζει να περνά στη φάση της πρακτικής. Το μοντέλο ήταν η τριχοτόμηση του Ιράκ με τους Κούρδους στο Βορρά, τους σουνίτες στο κέντρο και τους σιίτες στο Νότο.
Η εδώ και χρόνια δεδομένη αυτόνομη περιοχή των Κούρδων στο Βορρά, σε συνδυασμό με μία σχεδόν αντίστοιχη ντε φάκτο κατάσταση στη βόρεια Συρία, είναι κάτι που άρχισε να φαίνεται στο χάρτη. Ο χάρτης δείχνει και κάτι άλλο: Ανατολικά βρίσκονται οι Κούρδοι του βορείου Ιράκ, δυτικά οι Κούρδοι της βόρειας Συρίας και βόρεια από όλο αυτό το κομμάτι, βρίσκονται οι Κούρδοι της Τουρκίας.
Αυτή η εικόνα στο χάρτη είναι ταυτόχρονα η απειλή και η προοπτική οφέλους για την Τουρκία. Απειλή, διότι ο χάρτης δείχνει προοπτική «μεγάλου Κουρδιστάν». Οφελος διότι, θεωρητικά, υπάρχει πάντα το όραμα για συνεργασία, σύμπραξη ή ένα είδος πατροναρίσματος στις σχέσεις μεταξύ Κουρδιστάν και Τουρκίας. Αυτό εκφράζεται εδώ και πολλά χρόνια στην Τουρκία. Ηταν ένα από τα οράματα του Τουργκούτ Οζάλ στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ολα αυτά με σημαντικό σημείο αναφοράς τη Μοσούλη και το Κιρκούκ, δηλαδή το πετρέλαιο και τα παράγωγά του.
Το ερώτημα
Με μια απλή ρεαλιστική προσέγγιση όμως θα μπορούσε να διατυπώσει κανείς το εξής ερώτημα: Υπάρχουν δεδομένα που θα επέτρεπαν στην Τουρκία να πατρονάρει τους Κούρδους και τα πετρέλαια ή μήπως, εάν γινόταν ποτέ αυτό, θα γινόταν στο όνομα των Αμερικανών;
Η εμπειρία δεκαετιών που έχουμε από την τουρκική διπλωματία και την τουρκική πολιτική ασφάλειας, δείχνει ότι στόχος για την Αγκυρα θα ήταν σαφώς το δεύτερο, κι ας είμαστε μάρτυρες μιας βαρύγδουπης νεο-οθωμανικής ρητορείας από πλευράς της ερντογανικής εξουσίας.
Αρα ο γρίφος έρχεται να κολλήσει στο αν η Αγκυρα είναι σε θέση να ελιχθεί προς την κατεύθυνση των αναγκών. Αυτές, εκτός από τους Κούρδους, μπορεί να περιλαμβάνουν και τους σιίτες. Μπορεί να περιλαμβάνουν και μια επιχειρησιακή ή μη εναντίωση προς τους σουνίτες τζιχαντιστές.
Και φυσικά πέρα από τις ικανότητες και τη δυναμική της ερντογανικής Αγκυρας, το ερώτημα είναι αν σε όλα αυτά οι κύριοι σχεδιαστές και πρωταγωνιστές θα θεωρήσουν ότι διευκολύνονται από την παρουσία του Ερντογάν στην εξουσία ή όχι.
Πολλά θα εξαρτηθούν από το αν οι Αμερικανοί θέλουν μια Τουρκία που να είναι εντελώς μέσα στο Μεσανατολικό παιχνίδι ή μία Τουρκία που να μπορεί να αναλαμβάνει ρόλους ουδέτερου μεσολαβητή.
Το δεύτερο είναι λίγο δύσκολο, κυρίως εξαιτίας της σχεδόν άμεσης εμπλοκής της Τουρκίας στο όλο παιχνίδι, λόγω Κουρδικού.
Στο παιχνίδι και η Τεχεράνη
Η ιρακινή κρίση επαναφέρει το Ιράν στο προσκήνιο ως ρυθμιστικό παράγοντα στη Μέση Ανατολή.
Σχεδόν πριν ακόμη διατυπωθεί το ερώτημα της αμερικανικής στάσης, είχε ήδη τεθεί το ζήτημα της ιρανικής αντίδρασης. Δεδομένης της στενής συμμαχικής σχέσης και των κοινών συμφερόντων των δύο σιιτικών καθεστώτων, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο ενδεχόμενο ιρανικής επέμβασης στο Ιράκ για την ανάσχεση των τζιχαντιστών.
Η Τεχεράνη κρατά προς το παρόν κλειστά τα χαρτιά της και αρκείται στην εκπομπή μηνυμάτων: προσέφερε από την αρχή την πολιτική της στήριξη στη Βαγδάτη και δήλωσε ότι θ’ ανταποκριθεί σε αίτημά της για βοήθεια, το είδος της οποίας απέφυγε να καθορίσει, τονίζοντας ωστόσο ότι οι Ιρακινοί μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν μόνοι τούς τζιχαντιστές. Αν και εμφανίστηκε αρνητική σε μια στρατιωτική επέμβαση στη γειτονική χώρα, προειδοποίησε από την άλλη ότι δεν θα ανεχθεί μια γενικευμένη τρομοκρατία στην περιοχή και θα κάνει «τα πάντα» για να προστατέψει τους ιερούς τόπους των σιιτών εντός του Ιράκ.
Προετοίμασε μάλιστα και το σκηνικό μιας τέτοιας παρέμβασης -σε περίπτωση που κριθεί αναγκαία- επικαλούμενη την επιθυμία «πολυάριθμων εθελοντών» που θα σπεύσουν να υπερασπιστούν τα ιερά τεμένη. «Εθελοντές» χαρακτηρίζονται αντιστοίχως από τον ιρανικό Τύπο και οι Ιρανοί που πέφτουν στα πεδία μάχης γύρω από τη Δαμασκό, όπου το Ιράν επισήμως διαψεύδει ότι έχει στείλει στρατιώτες. Κοινό μυστικό είναι επίσης η παρουσία του επικεφαλής των επίλεκτων δυνάμεων των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης στη Βαγδάτη, με αποστολή την οργάνωση της άμυνας της πόλης.
Η στρατηγική της Τεχεράνης είναι συνεπής. Στηρίζει διακριτικά και ουσιαστικά τα σιιτικά καθεστώτα σε Συρία και Ιράκ, προσπαθώντας ν’ αποφύγει την παγίδα μιας άμεσης στρατιωτικής επέμβασης που θα εκλαμβανόταν ως πόλεμος κατά των σουνιτών. Χειρίζεται παραλλήλως με επιδεξιότητα την απειλή της επέμβασης, αλλά και την προοπτική μιας συνεργασίας με τις ΗΠΑ -την οποία ανοίγει και κλείνει εκ περιτροπής-, επιδιώκοντας ν’ αποκομίσει οφέλη κατά τις διαπραγματεύσεις με τους Δυτικούς για το πυρηνικό της πρόγραμμα. Και περιμένει…