του Αν. Παναγόπουλου, από το Άρδην τ. 30, Μάιος-Ιούνιος 2001
Γκύντερ Γκρας
(Νόμπελ της Λογοτεχνίας του 1999)
Είναι ο καλύτερος, μαζί με τον
Χάινριχ Μπέλ, Γερμανός πεζο-
γράφος του β΄ μισού του 20ού αιώνα. (Αυτός που φαινόταν ότι θα τους ξεπερνούσε και τους δύο, ο Βόλφγκαγκ Μπόρχερτ, πέθανε νωρίς, σε ηλικία 26 χρονών).
Ο Γκρας μέχρι να πάρει το Νόμπελ της λογοτεχνίας, το 1999, ήταν ένα ακέραιο, ελεύθερο πνεύμα. Αλλά μόνο όταν, στη γκαγκστερική επιδρομή του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, βγήκε ανοιχτά και τη δικαιολόγησε, μόνο τότε τον έλαβε σοβαρά υπόψη για Νόμπελ η διεθνής του κεφαλαίου, που δεν ελέγχει μόνο τον πλούτο του κόσμου*. Το φθινόπωρο του “Βρώμικου ’99”, οι Σουηδοί “Αθάνατοι” (σαν τους άλλους “Αθανάτους” της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας, που πούλησαν την ψήφο τους για την Ολυμπιάδα του 1996 προς 100 χιλιάδες δολάρια έκαστος) τον αναγόρευσαν Νομπελίστα της Λογοτεχνίας. Έτσι, για πολλοστή φορά, το Νόμπελ λογοτεχνίας έδρασε σαν την Κίρκη που μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε χοίρους. Ο Καμύ, ο Σαρτρ, ο Καζαντζάκης, ο Νερούντα, ο Σεφέρης και άλλες τίμιες λογοτεχνικές συνειδήσεις, Νομπελίστες και μη της εποχής μας, κάτι θα του ψιθύριζαν στ’ αυτί για το ηθικό γονάτισμά του.
Και να σκεφτεί κανείς ότι ο Γκρας, πριν αμαυρώσει ανεξίτηλα το όνομα του με αυτό τον δουλικό συμβιβασμό (“Προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται”- Δημοσθένης), ήταν υπόδειγμα ασυμβίβαστου και ελευθερόφρονος λογοτέχνη. Όταν είχε δημόσια διακηρύξει ότι “δεν πρέπει να ενωθούν τα δύο Γερμανικά κράτη” ώστε να αποφευχθεί ο γερμανικός γιγαντισμός στην Ευρώπη και η αφύπνιση του παγγερμανικού εθνικισμού και του νέου ρεβανσισμού, όχι μόνο προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από τον Τύπο και τα ΜΜΕ και το επίσημο κράτος, αλλά και ένας οργισμένος συνεπιβάτης του στο τρένο Κολωνία – Αμβούργο τον έφτυσε δημόσια. Εκείνος αγέρωχος, δεν αντέδρασε καθόλου ούτε ζήτησε να ληφθούν μέτρα κατά του έργω υβριστή. Όλοι όσοι πεισματάρηδες διαβάζουμε ακόμα κάτι παραπάνω από τον Ντένη τον Τρομερό, σκεφθήκαμε τότε όλο σεβασμό ότι αυτή ήταν μια στάση αντάξια του θαυμάσιου βιβλίου του Το τενεκεδένιο ταμπούρλο και το φιλμ του Σλέντορφ, που έγινε με σενάριο βασισμένο στο βιβλίο εκείνο. Νιώσαμε κάτι σαν ελπίδα, επιβεβαίωση, παρηγοριά και ενθάρρυνση για το μέλλον. Και μετά ήρθε η ηθική αυτοδιάψευση “για ένα πουκάμισο αδειανό”, για ένα “Νόμπελ”. Ο Βίλλυ Μπράντ θα του τράβαγε το αυτί για την ηθική εξαθλίωση.
Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι
(συγγραφέας και της Μεγάλης σκακιέρας)
Ενα ενδιαφέρον ερώτημα είναι γιατί η Αμερική διαβάζει και “ακούει” πιο πρόθυμα τον Μπρεζίνσκι, τον Χάντινγκτον και τον Φουκουγιάμα παρά τον Βλαστό (ελληνικής καταγωγής αμφισβητησία, μακαρίτη τώρα πια), τον Γκαλμπρέιθ και τον Τσόμσκυ; Γιατί απλούστατα, ο μέσος Αμερικανός και η ίδια η Αμερική, δεν είναι “περιστερά της ειρήνης”, αλλά “ιέραξ του πολέμου” (οι πρώτοι καθηγητές είναι σύμβουλοι της επιθετικότητας, οι δεύτεροι της ειρηνοφιλίας). Και το χειρότερο: δεν είναι πολεμική και ανδρεία, αλλά θρασύδειλη· “μάχεται” και καταστρέφει εκ του ασφαλούς ή με ατομική βόμβα (Χιροσίμα-Ναγκασάκι) ή με χημικά αέρια (Κορέα, Βιετνάμ) ή με αεροπορικές επιδρομές, πάντως από αέρος και εκ του ασφαλούς, οι …γενναίοι.
Ο Μπρεζίνσκι, καθηγητής της “Αμερικανικής Εξωτερικής Πολιτικής” στη “Σχολή Ανωτέρων Διεθνών Σπουδών” του Πανεπιστημίου John Hopkins στην Ουάσιγκτον, ξεπέρασε σε επιθετικότητα όχι μόνο τον περιβόητο Χένρι Κίσιγκερ, αλλά και τον ίδιο τον εαυτό του τού παρελθόντος με το νέο του βιβλίο “Η μεγάλη σκακιέρα” και υπότιτλο “Η αμερικανική υπεροχή και οι γεωστρατηγικές της επιταγές” (ελληνική έκδοση “Νέα σύνορα-Λιβάνης”, μετάφραση Ελένης Αστερίου). Σύμβουλος (βίας) Αμερικανών Προέδρων και στέλεχος του “Κέντρου Στρατηγικής και Διεθνών Ερευνών”. Υπέρμαχος της Macht-Politik έχει δημοσιεύσει πολυάριθμα συναφή έργα, ανάμεσα στα οποία τα: Εκτός ελέγχου, Η μεγάλη αποτυχία, Σχέδιο παιγνιδιού, Δύναμη και αρχή κ.ά.
Στο πιο πρόσφατο έργο του, με φιλοσοφία μεγαλοϊδεατισμού και νοοτροπία ένοπλου βουκόλου (κουμπουροφόρου κάου-μπόυ), ερευνά την παγκόσμια μεγάλη στρατηγική της Αμερικής, με την οποία η θετή πατρίδα του θα παραμείνει η μόνη υπερδύναμη και κατά τον 21Ο αιώνα. Η μεγάλη σκακιέρα είναι η γεωπολιτική (γεωστρατηγική και γεωοικονομική) περιοχή της Ευρασίας, που αποτελεί την πατρίδα του μεγαλύτερου τμήματος της γης αλλά και των περισσοτέρων βασικών πόρων και της οικονομικής ανάπτυξης και δραστηριότητας. Πλήρης δηλαδή αντιστροφή του δόγματος Μονρό(ε) και των αρχών των Κένεντυ κατά του ρόλου της Αμερικής ως “σερίφη της υφηλίου”. Τουλάχιστον, ο άνθρωπος είναι θαρραλέος. Τι δεν είναι; Συνετός και ευμαθής. Και ο Χίτλερ μιλούσε για “χίλια χρόνια κυριαρχίας του τρίτου Ράιχ”, όχι μόνο (άλλα) εκατό, αλλά διαψεύστηκε. Και το κυριότερο: δεν φαίνεται να είδε “Το μέλλον της ανθρωπότητας” του μεγάλου Μπέρτραντ Ράσελ από τα Αντιδημοφιλή Δοκίμια όπου δίνει το τι, το πώς και το γιατί (τo 1950) για το 2000.
Λεει λοιπόν ο Ράσσελ:
“Πριν απ’ το τέλος αυτού του αιώνα, αν δεν συμβεί κάτι απρόοπτο, μια απ’ τις εξής τρεις πιθανότητες θα έχει επαληθευθεί:
Ι. Το τέλος της ανθρώπινης ζωής και ίσως και κάθε ζωής στον πλανήτη μας.
ΙΙ. Επάνοδος στη βαρβαρότητα, ύστερα από μια καταστροφική ελάττωση του παγκόσμιου πληθυσμού.
III. Ενοποίηση του κόσμου κάτω από μια και μόνη κυβέρνηση, που θα έχει το μονοπώλιο όλων των πολεμικών όπλων μεγάλης καταστρεπτικής δύναμης.
Δεν ισχυρίζομαι ότι γνωρίζω, συνεχίζει ο Ράσελ, ποιο από τα τρία θα συμβεί ή έστω ποιο έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες. Εκείνο που υποστηρίζω, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, είναι ότι το είδος του συστήματος στο οποίο έχουμε συνηθίσει δεν μπορεί να εξακολουθήσει να υπάρχει.”
Παρακαλώ προσέξτε εκείνο το “αν δεν συμβεί κάτι απρόοπτο” που θυμίζει το του Θουκυδίδη: έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η. Τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται (;).
Στο μεσοδιάστημα των δύο έργων ο διάσημος καθηγητής του Χάρβαρντ John Kenneth Galbraith, δάσκαλος και συνάδελφος του Ανδρέα Παπανδρέου, δημοσίευσε το 1977 το έργο του “Η εποχή της αβεβαιότητας”(ελληνική έκδοση “Παπαζήση”, μετάφραση Σπύρου και Κίμωνα Θεοδωρόπουλου), που είχε στο εξώφυλλό της μία μεγάλη σκακιέρα. Εκεί, από την ιστορία πολλών οικονομικών εταιρειών, ο Galbraith επινοεί μία πού την ονομάζει κασσανδρικά Unified Global Enterprises (Ενοποιημένες Οικουμενικές Επιχειρήσεις) και τα λεει όλα. Αλλά, απαντάει από την Έφεσο ο άγρυπνος αινικτής “ανόητοι ακούσαντες κωφοίσιν εοίκασιν”.
*Λίγο πριν τυπωθεί το παρόν, ο Γκρας αναγνώρισε το λάθος του. Αυτό τον τιμά αλλά δεν του στερεί το Νόμπελ.