Αρχική » Παρατηρήσεις πάνω στο καβαφικό έργο

Παρατηρήσεις πάνω στο καβαφικό έργο

από Άρδην - Ρήξη

του Ν. Κάλα, από το Άρδην τ. 25-26, Μάιος-Ιούλιος 2000

Το μεγάλο ιστορικό γεγονός που ενέπνευσε τσν Καβάφη είναι ο Ελληνισμό. Κανείς δεν ήταν καταλληλότερος για να αναλάβει αυτό το έργό. Σαν Ελληνας, και μάλιστα Ελληνας του έξω ελληνισμού -κατάγεται από Πόλη, γεννήθηκε και εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια – έζησε σε τόπους όπου εξελίσσεται η ιστορία του ελληνισμού – ανάπνευσε ό,τι διασώζεται από την ατμόσφαιρα της. σε τόπους, σε ιστορικά μνημεία, σε βιβλία. Το τελευταίο, αυτό ιδίως [είναι] σημαντικό. Μόνο τέλειος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, του εκφραστικού της πλούτου – κι αυτός είναι μεγάλος [γνώστης] – μπορεί σήμερα να πλησιάσει στο εσώτερο περιεχόμενο της ζωής, του κατά καιρούς αναπτυχθέντος και παρακμάζοντος ελληνισμού.

Και το θέμα του ελληνισμού είναι από εκείνα που μπορούν να εμπνεύσουν ένα μεγάλο ποιητή. Ο ελληνισμός, όπως μας είναι γνωστός από την ομηρική παράδοση ως την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, [και] ως σήμερα, παρ’ όλες τις τεράστιες αλλοιώσεις που τα γεγονότα τόσων αιωνων του επιφέρανε, παρουσιάζει αναντίρρητα στοιχεία συνοχής. Πρόκειται όχι μόνον για την ιστορία μιας ορισμένης περιοχής του κόσμου – της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου που υπήρξε πυρήνας πολλών και αρχαιοτάτων πολιτισμών – αλλά [για την] ιστορία ενός κόσμου που είχε “κοινή λαλιά” κατά την έκφραση του ίδιου του ποιητή. Και στη λαλιά αυτή ειπώθηκαν μερικά από τα σημαντικότερα πράγματα για τον άνθρωπο. Ο ελληνισμός υπήρξε από τα πιο σπουδαία ρεύματα της ανθρώπινης ιστορίας.

Όταν λέγω όμως πως ο Καβάφης είναι ποιητής του ελληνισμού, δεν σημαίνει πως πρέπει να θεωρηθεί πατριωτικός ποιητής. Ο πατριωτισμός είναι μια αισιόδοξη στάση στη ζωή, προϋποθέτει πίστη στην πνευματική και πολιτική ανάπτυξη και εξέλιξη ορισμένου λαού. Αυτό όμως λείπει στον Καβάφη – είναι απαισιόδοξος. δεν μεταδίδει πίστη, εμπνέει απογοήτευση, δεν υμνεί, το άσμα του είναι κύκνειο, και η ιδέα του τάφου τον κατατρέχει, και επανέρχερχεται συχνά στην ποιησή του. Αυτό [όμως] δε σημαίνει πως ο Καβάφης δεν αγαπά τον ελληνισμό.

ο νούς μου πιαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας,

στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό.

Στην εκκλησία

Κι απ’την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία.

Την νικηφόρα, την περίλαμπρη, την περιλάλητη, την δοξασμένη, Ως άλλη δεν δοξασθηκε καμιά, Την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς

Ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.

Στα 200 π.Χ.

Εις το επίνειον λέγει: […]

στο μέγα πανελλήνιον

Εις το Επιτύμβιον Αντιόχου, Βασιλέως Κομμαγηνής:

Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνο, Ελληνικός –

Ιδιότητα δεν εχ’η ανθρωπότης τιμιοτέραν

Το ελληνικόν είναι για τον Καβάφη το τέλειον, ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής για μια πόλη είναι να μπορεί να καυχηθεί πως είναι ελληνική (παλαιόθεν Ελληνίς). Το ελληνικό επιδρά και στους μη Έλληνες, τους συγκινεί. Αυτό εκφράζει το Εις Ιταλικήν παραλίαν όπου η λεία που φέρνουν από πόλη ελληνική, την Κόρινθο, συγκινεί βαθύτατα έναν νέο Ιταλιώτην. Το ελληνικό έχει μια τελειότητα απολύτως λιτή, αυτήν την λιτότητα που στην τέχνη του τόσο επιζητεί ο ποιητής.

Η επιγραφή, ως σύνηθες, ελληνικά

Οχ’ υπερβολική, όχι πομπώδης^.]

να χαραχθή με γράμματα κομψά, Φιλέλλην.

Φιλέλλην

Θαυμασμός για το ελληνικό εκφράζεται στο Ηρώδης Αττικός με την περίφημη φράση:

Οι Έλληνες (οι Έλληνες!) νά τον ακολουθούν,

Στο Οροφέρνης λεει:

Αλλά στους τρόπους και στην λαλιά του Έλλην,

Εν δήμω της Μικρός Ασίας

Εν λόγω ελληνικώ κι εμμέτρω κα. πεζώ

Εν λόγω ελληνικώ που είν’ ο φορεύς της φήμης,

Αλέξανδρος Ιανναίος, και Αλεξάνδρα:

Και της ελληνικής λαλιάς ειδήμονες

Και μ’ Έλληνας και μ’ ελληνίζοντας

Μονάρχας σχετισμένοι – πλην σαν ίσοι, […]

Ηγεμών εκ δυτικής Λιβύης:

Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,

Έμαθ’επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται

Των Εβραίων (50 μ.Χ.):

[…] τον ωραίο και σκληρόν ελληνισμό,

Όλο αυτό όμως ανάγεται στο παρελθόν, αυτό ήταν το χτες:

” Τέτοιους βγάζει το έθνος μας” θα λένε

για σας. Έτσι θαυμάσιος θάναι ο έπαινος σας.

Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας Πολεμήσαντες

Ο τονισμός από το τελευταίο δίστιχο του πότε γράφηκε ο έπαινος δίδει τον δραματικό τόνο στο ποίημα και προδίδει την εθνική απαισιοδοξία του Καβάφη – που άλλωστε, επιμένω, συνάγεται από το όλο του έργο.

Το ότι ο Καβάφης δεν μπορεί να θεωρηθεί πατριωτικός ποιητής, ίσως λυπήσει μερικούς, ίσως να τους ενοχλεί [που] δεν βρίσκουν στην ποίηση του ποιο είναι:

Το χρέος προς την πατρίδα, κι άλλα ηχηρά παρόμοια

Από την σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου

Αμφιβάλλω όμως [αν] πειράζει τον ίδιον τον ποιητή. Όχι μόνο από το

τελευταίο στίχο που ανέφερα, αλλά από την ποιητική του εργασία ολόκληρη, βγαίνει καθαρά [ότι] κάτι κατ’ ανάγκην κάπως ρηχό, όπως κατήντησε σήμερα ο πατριωτισμός, δεν μπορούσε να εμπνεύσει ένα μεγάλο σαν τον Καβάφη ποιητή. 0 πατριωτισμός μπορεί να εμπνεύσει καλλιτέχνες μόνον όταν η αστική τάξη ανέρχεται και κατευθύνει την ανθρωπότητα με προοδευτικό ρυθμό, αυτό όμως δεν συμβαίνει σήμερα. Ειδικά για την Ελλάδα δικαιούμεθα να πούμε πως γνήσια πατριωτική ποίηση λείπει. 0 Σολωμός – είχε νομίζω μάλλον αδύνατη ποιητική φλέβα – μας έδωσε μόνον κάτι ωραία λυρικά τραγούδια – όσο για τον Κάλβο, τον πιο δυνατό μας ποιητή του περασμένου αιώνα, ο πατριωτισμός του πολύ διανοητικός και ατομικιστικός για ένα αίσθημα τόσο μαζικό όπως είναι ο πατριωτικός ενθουσιασμός. Υπάρχει κάποιο στοιχείο επικό στην πατριωτική κίνηση, μα ο Κάλβος είναι καθαρά λυρικός. Μένει λοιπόν ο Παλαμάς. Η ποίηση του, βέβαια, καθρεφτίζει, όπως κανενός άλλου ποιητή μας, τις ανάγκες και τους πόθους της αστικής τάξης στα χρόνια που κατέλαβε την εξουσίαν οριστικά. Αλλά όπως άργησε να επιτύχει του σκοπού της η τάξη αυτή, όπως η δυναμικότητα της προσέκρουσε στην αντίδραση νέων δυνάμεων, έτσι και η ποίηση του Παλαμά, ποίηση μιας θολής εποχής, εμφανίζεται κι αυτή θολή, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει δυνατές καλλιτεχνικές ρίζες και χάνεται, όπως στην πολιτική η ίδια η αστική μας τάξη, σ’ έναν κούφιο βερμπαλισμό.

Άλλος ο Καβάφης.

Εάν η ελληνική αστική τάξη δεν βρήκε υμνητή στην άνοδό της (επειδή δεν υπήρχε υλικό για ύμνο), βρήκε όμως άνθρωπον να εκφράσει την παρακμή της. Πιο πολύ ακόμα: ένα μέρος της αστικής τάξης – και σ’ αυτήν ανήκει ο Καβάφης -έχει γίνει κοσμοπολίτικη. Όταν λοιπόν εκπρόσωποι της καταφέρνουν να εκφράζουν πράγματα με αληθινή αξία, συντρέχει και λόγος υποκειμενικός – κι όχι μόνον το θέμα – στο να αποκτήσουν τα έργα τους σημασία που ξεπερνάει τα τοπικά όρια που εργάζονται ως δημιουργοί.

Ο Καβάφης είναι σήμερα από τους σημαντικότερους καλλιτεχνικούς εκπροσώπους της εποχής μας.

Ποιητής της αποτυχίας ο Καβάφης, όχι μόνο δεν μπορεί να πιστέψει στον σημερινό, εξασθενημένο δημιουργικά, πατριωτισμό της αστικής τάξης, αλλά ούτε [και] σε καμιά πνευματική αξία που, στην άνοδό της, προσπάθησε στην Ελλάδα μέσα να επιβάλει. Δεν πιστεύει ο Καβάφης συνεπώς ούτε στον δημοτικισμό που, σαν πνευματική κίνηση, τόσο ρόλο έπαιξε στον σύγχρονο ελληνισμό. Τα επιχειρήματα των δημοτικιστών δεν μπορούν να σταθούν για τον Αλεξανδρινό ποιητή. Αναγέννηση του ελληνισμού από την γλώσσα; Αλλά αυτός δεν πιστεύει σ’ αυτήν την αναγέννηση. Και η αναγέννηση θα αποτύχει. Κατηγορήσανε τον Καβάφη πως γράφει σε μια ιδιόμορφη γλώσσα, επειδή δεν ξέρει καλά τα ελληνικά. Εντελώς σφαλερός [είναι] ο ισχυρισμός. Από μια κριτική του για συλλογή δημοτικών ασμάτων φαίνεται πως ξέρει περίφημα τα ελληνικά γλωσσικά προβλήματα.

Εξάλλου, ο Καβάφης, όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο κ. Αγρας, έχει γράψει και σε άπταιστο δημοτική, αναφέρει για παράδειγμα το Θυμήσου και το Διπλανό Τραπέζι. Οξύτατη η παρατήρηση, του ίδιου πάλι κριτικού, πως στον Καβάφη συναντούμε όλες τις γλωσσικές μορφές που επικρατήσανε στην Ελλάδα, αρχαΐζουσα, καθαρεύουσα, άκρατο δημοτική. Συχνά, κράμα όλων των γλωσσικών αυτών μορφών βρίσκουμε στο ίδιο ποίημα μέσα.

Ο Καβάφης, ποιητής του ελληνισμού, γνώρισε και αισθάνθηκε καλά όλες τις εποχές του, συνεπώς, γνώρισε και αισθάνθηκε όλα τα εκφραστικά του μέσα. Μια που δεν πιστεύει στο μέλλον, μια που απέτυχαν ή αποτυγχάνουν όλες οι γλώσσες μας, για ποιό λόγο να δείξει προτίμηση στο ένα ή στο άλλο γλωσσικό είδος; Τουναντίον, μεταχειριζόμενος [τα] όλα, κάνει μορφικά εμφανέστερη την συνθετική άποψη του ελληνισμού που η καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασία δέχεται. Πρέπει κανείς να έχει απόλυτη έλλειψη καλλιτεχνικού αισθητηρίου και όλη τη στενοκεφαλιά του Ψυχάρη για να χαρακτηρίσει τον Καβάφη “μαθητούδι του Σουρη” και “Καραγκιόζη της δημοτικής”. Τουναντίον, όσοι από μας

-γι’ άλλους φυσικά από τον Καβάφη λόγους – δεν πιστεύουν στη μυθική αυτή δύναμη που θέλουν να μας πείσουν μερικοί πως έχει ο δημοτικισμός – έχουν πολλά να διδαχθούν από την γλωσσική θέση του Καβάφη. Δεν έχουμε πια – αιοο να κάτσουμε να συζητούμε, όπως κάνει ο κ. Βλαστός, αν πρέπει να λέμε “επαναλαμβάνω” ή “ξαναλέω”, -μυστριωτισμός από την ανάποδη- πιο πολύ μας απασχολεί να μάθουμε ποια γλώσσα θα μιλιέται σε σοσιαλιστική κοινωνία -γλώσσα ζωντανή (αγγλικά, γερμανικά. γαλλικά ή ρούσικα), ή γλώσσα τεχνητή (εσπεράντο, ίντο); Δεν μας ενδιαφέρει αν αύριο θα μπορεί να καλλιεργηθεί ο αναντίρρητα σήμερα φτωχός σε πολλά δημοτικισμός. Δεν πρέπει να πάρουμε το γλωσσικό πρόβλημα του τόπου μας δυναμικά, δεν είμεθα εθνικιστές, αλλά στατικά, σαν το μέσο το εκφραστικό που σήμερα διαθέτουμε. Είναι ολοφάνερο πως αναγκαζόμαστε να μεταχειριστούμε συχνά καθαρευουσιάνικους εκφραστικούς τρόπους- και μετά; Τι το κακό έχει αυτό; Πρώτη μας φροντίδα πρέπει να είναι να γίνουμε καταληπτοί. Ο ευφάνταστος εκφραστικός πλούτος του Καβάφη είναι λαμπρό για μας παράδειγμα. Πιο πολύ από κάθε άλλον καλλιτέχνη συντελεί αυτός στη λύση του γλωσσικού προβλήματος κατά τρόπον “πραγματικό” (pragmatique).

Όπως γλωσσικά ο Καβάφης φαίνεται να κάμνει μια σύνοψη των διαφόρων τυπικών και συντακτικών μορφών που γνώρισε ο ελληνισμός -μια σύνοψη όμως εντελώς καλλιτεχνική που παραλαμβάνει το πλούσιο και το ουσιώδες- έτσι και στο μέτρο. Μετρική σύνθεση βρίσκουμε στον Καβάφη. Μεταχειρίζεται ιδίως τα δύο ουσιωδέστερα ελληνικά ποιητικά μέτρα, τον ιαμβικό δεκακαπεντα- εξασύλλαβο [Τέλλος Άγρας, Νέα Εστία], Κάνει και συχνή χρήση της ρίμας, πολλές φόρες μάλιστα έχει πλουσιότατες ρίμες Ενώ ο Καβάφης κάνει συχνή χρήση μετρου και ρίμας, τουναντίον, δεν μεταχειρίζεται τον ελεύθερο στίχο. Επιμένει, σαν απαραίτητο ποιητικό στοιχείο, στον ρυθμό της συλλαβής Αυτό είναι ευεξήγητο, η αντικατασταση της μουσικής των συλλάβων με την μουσικότητα της φράσης δεν επιβλήθηκε ακόμα στην ελληνική γλώσσα. Και το είπαμε, ο Καβάφης δεν πιστεύει σε νέες δημιουργικές δυνάμεις… στις ποιητικές δυνάμεις του ελεύθερου στίχου. Η ποιητική δύναμή του βρίσκεται στην ζωντανή εκμετάλλευση παλαιών θεμάτων«: εκφραστικών μέσων. Εκεί η πρωτοτυπία του, και όχι στην ανακάλυψη νέων ποιητικών τρόπων. Και η ζωή που δίνει σε όλα αυτά –έκφραση και θέμα- τον κάνουν σύγχρονο

Κείμενα ποιητικής και αισθητικής, σελ. 48-98, εκδόσεις Πλέθρον. 1983

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ