του Κωνσταντίνου Μπλάθρα
Το Black Stone είναι μια ελληνική κωμωδία του Σπύρου Ιακωβίδη που επιχειρεί μια τρυφερή όντως ματιά σε μια μικροαστική αθηναϊκότητα, εκκινώντας από τον τραγέλαφο του ελληνικού Δημοσίου. Στους τίτλους της αρχής διαβάζουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν εξακόσιες τόσες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, με σαράντα τόσες χιλιάδες απ’ αυτούς «αόρατους» σε οργανισμούς φαντάσματα. Αγνοώ αν έτσι έχει το πράγμα, αλλά για το θέμα της ταινίας τελικά δεν έχει τόσο σημασία. Το θέμα εδώ είναι ο Πάνος, ένας υπάλληλος του ΟΑΕΔ, ο οποίος ξαφνικά εξαφανίζεται. Ένα κινηματογραφικό συνεργείο τον ψάχνει, χτίζοντας πάνω του την ταινία.
Στ’ αλήθεια, πρωταγωνίστρια του έργου είναι η Χαρούλα, η μάνα του Πάνου, χήρα με έναν ακόμα γιο, τον Λευτέρη, που είναι καθηλωμένος στο καροτσάκι από κάποια ασθένεια. Η Χαρούλα, τυπική Ελληνίδα μάνα, τον υπηρετεί αγόγγυστα. Σ’ αυτό το «τυπική» ίσως κρύβεται το κλειδί. Η ταινία ξεκινά από το τυπικό, ή αυτό που θεωρούμε τυπικό, ακόμα και ως αστικό μύθο, και καταφέρνει να μας συγκινήσει, να μας κάνει ακόμα και να γελάσουμε. Ο εξαφανισμένος, λοιπόν, Πάνος, είναι ο καημός της Χαρούλας. Της κάθεται στο λαιμό η εξαφάνισή του σαν το ψαροκόκκαλο που παραλίγο να την πνίξει, όταν ήταν μικρή. Ο κόσμος της μοιάζει αδιατάρακτος, παρά τη χηρεία της, παρά την αναπηρία του άλλου της γιου, ώσπου χάθηκε ο Πάνος. Ένας κάμερα-μεν κι ένας ηχολήπτης, που της λένε ότι είναι από την τηλεόραση, μπλέκονται όλη μέρα στα πόδια της και οργανώνουν ουσιαστικά την επιχείρηση ανεύρεσης του εξαφανισθέντος, με τη βοήθεια ενός Κυψελιώτη, μαύρου οδηγού ταξί. Στη μαύρη φυλή θα βρεθεί και η λύση της εξαφάνισης.
Τις «τυπικότητες» της ταινίας, που θα μπορούσαν εύκολα νάταν κιτς γραφικότητες, σαν τόσες και τόσες σημερινές ελληνικές ταινίες που καμώνονται τις κωμωδίες, διασώζει εν τέλει αυτή η τρυφερή ματιά, ή μάλλον η ίδια η Χαρούλα, στην πολύ καλή ερμηνεία της Ελένης Κοκκίδου. Αν και κινείται μέσα σ’ αυτή την τυπικότητα, καταφέρνει να ζωντανέψει ένα πρόσωπο, μια γυναίκα, που θα μπορούσε να ζει στο διπλανό διαμέρισμα σε μια από τις δεκάδες λαϊκές γειτονιές της Αθήνας. Όταν αυτή χαθεί, το δεν μπορεί παρά να έχει κάτι το φτιαχτό – ξαναγυρίζουμε στην ευκολία των αστικών μύθων;
Αλλ’ ας σταθούμε στην τρυφερότητα της ματιάς της ταινίας, που ο σκηνοθέτης της την αφιερώνει στην πρόσφατα χαμένη μητέρα του. Με την Κοκκίδου συμπρωταγωνιστούν ο Νέγρος του Μοριά –ο γνωστός ράπερ Black Morris– και ο Γιώργος Τζούλιο Κατσής. Ο Ιακωβίδης με χιούμορ καταφέρνει να ρίξει έστω λίγο φως στη ρέουσα πραγματικότητα, που πάντοτε κείται μακράν της τυπικότητας.