Αρχική » Επιστολή του Ζαν Κλωντ Μισεά για το κίνημα των κίτρινων γιλέκων

Επιστολή του Ζαν Κλωντ Μισεά για το κίνημα των κίτρινων γιλέκων

από Άρδην - Ρήξη

Από «το περγάδι»

Ακολουθεί η επιστολή υποστήριξης από τον Γάλλο φιλόσοφο Ζαν Κλωντ Μισεά προς το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, τα οποία θεωρεί ως αυθεντικό λαϊκό κίνημα που ξεκινά αυθόρμητα από τα κάτω ενάντια στις φιλελεύθερες πολιτικές των τελευταίων σαράντα ετών. Παρά την μυωπική εχθρική στάση αριστερών διανοουμένων, οικολόγων, ελευθεριακών και των μαντρόσκυλων της ενημέρωσης, και παρά την κυνική αποφασιστικότητα της κυβέρνησης, αυτό το κίνημα, προειδοποιεί ο Μισεά , είναι μόνο η αρχή.

 

Αγαπητοί φίλοι,

Το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» (ένα καλό παράδειγμα λαϊκής δημιουργικότητας, στην οποία αναφερόμουνα στα Μυστήρια της Αριστεράς) είναι, υπό μία έννοια, το  ακριβώς αντίθετο του κινήματος  «Nuit debout» [*]. Το κίνημα αυτό, με απλά λόγια, ήταν η πρώτη προσπάθεια εκτόνωσης – με την ενθάρρυνση ενός μεγάλου μέρους του αστικού Τύπου και του «10%» (δηλαδή, όσοι είναι βουλευτές, ή πρόκειται να γίνουν, η τεχνική, πολιτική και  «πνευματική» ηγεσία του σύγχρονου καπιταλισμού) – της ριζοσπαστικής κριτικής του συστήματος, συγκεντρώνοντας όλη την πολιτική προσοχή πάνω στη μοναδική εξουσία (αν και αποφασιστικής σημασίας), που αντιπροσωπεύει η Wall Street και το φημισμένο «1%». Μία εξέγερση, επομένως, εκείνων των κινητικότατων και υπερειδικευμένων αστών (αν και ένα μικρό μέρος αυτών των νέων μεσαίων τάξεων αρχίζει να γνωρίζει, εδώ και εκεί, κάποια «ανασφάλεια»), οι οποίες αποτελούν, από την εποχή Μιττεράν, το βασικό φυτώριο της αριστερής άρχουσας τάξης και της φιλελεύθερης ακροαριστερής (και ειδικά των πιο πιο ανοιχτά αντεπαναστατικών και αντιλαϊκών τμημάτων της: Regards, Politis, NP“A”, Université Paris VIII, κλπ).

Ενώ, εδώ, αντίθετα, είναι εκείνοι που έρχονται από τα κάτω που επαναστατούν, όπως αναλύθηκε από τον Κριστόφ Γκιλλουί, μεταξύ άλλων, ο οποίος όλως περιέργως απουσιάζει, μέχρι σήμερα, από όλες τις εκπομπές λόγου της τηλεόρασης, προς όφελος, μεταξύ άλλων κωμικών, του ρεφορμιστή υποκεϋνσιανιστή [sous-keynésien] Μπεζανσενό, οι οποίοι έχουν μια τόσο υψηλή επαναστατική συνείδηση, ώστε να αρνούνται  ότι πρέπει ακόμα να επιλέξουν μεταξύ εκμεταλλευτών της αριστεράς και εκμεταλλευτών της δεξιάς (εξάλλου έτσι ξεκίνησαν οι Ποδέμος το 2011, πριν οι διάφοροι αντίστοιχοι Κλεμεντίν Οτέ και Μπενουά Αμόν καταφέρουν να θάψουν αυτό το πολλά υποσχόμενο κίνημα, απομακρύνοντάς το σταδιακά από τη λαϊκή του βάση).

Όσο για το επιχείρημα των «οικολόγων» του σαλονιού – αυτοί που προετοιμάζουν την «ενεργειακή μετάβαση», που συνίσταται βασικά, όπως έδειξε ο Γκιγιόμ Πιτρόν στο  βιβλίο του Ο πόλεμος των σπάνιων μετάλλων: η κρυμμένη όψη της ενεργειακής και ψηφιακής μετάβασης [La guerre des métaux rares: La face cachée de la transition énergétique et numérique], στη μετεγκατάσταση της «ρύπανσης των Δυτικών χωρών στις χώρες του Νότου» – ένα επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο  το αυθόρμητο αυτό κίνημα καθοδηγείται από εκείνους που έχουν την «ιδεολογία του αυτοκινήτου» και «τους τύπους που καπνίζουν και κινούνται με ντίζελ», είναι τόσο παράλογο όσο και απεχθές και αισχρό: είναι σαφές, ότι η πλειονότητα των κίτρινων γιλέκων δεν βρίσκει καμία ευχαρίστηση να χρησιμοποιεί κάθε μέρα το αυτοκίνητο για να πάει να δουλέψει πενήντα χιλιόμετρα από το σπίτι, να πηγαίνει για τα καθημερινά ψώνια στο μοναδικό εμπορικό κέντρο στην περιοχή, που στην ύπαιθρο, συνήθως,  βρίσκεται είκοσι χιλιόμετρα μακριά, ή να πρέπει να επισκεφθεί το μοναδικό γιατρό που δεν έχει ακόμη συνταξιοδοτηθεί και του οποίου το ιατρείο βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα από το σπίτι του. (Παίρνω αυτά τα παραδείγματα από την εμπειρία μου στην Λαντ! Έχω ένα γείτονα που ζει με 600 € το μήνα και πρέπει να υπολογίζει μέχρι ποια ημέρα του μήνα μπορεί ακόμα να πάει στο μανάβικο στο Μοντ-ντε-Μαρσάν, χωρίς να μείνει στη μέση του δρόμου από ντίζελ – το καύσιμο των φτωχών).

Βάζω στοίχημα όμως, ότι είναι οι πρώτοι που κατάλαβαν ότι το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς στην συστηματική εφαρμογή, εδώ και σαράντα χρόνια, από διαδοχικές κυβερνήσεις της δεξιάς και της αριστεράς, του φιλελεύθερου προγράμματος που έχει σταδιακά μετατρέψει το χωριό τους ή τη συνοικία του σε μια έρημο, χωρίς κανένα κέντρο εφοδιασμού για τις βασικές ανάγκες, και όπου η πιο κοντινή επιχείρηση που μπορεί να προσφέρει ακόμα κάποια κακοπληρωμένη θέση εργασίας, απέχει δεκάδες χιλιόμετρα μακριά (αν υπάρχουν «προγράμματα για την περιφέρεια» – και αυτό είναι καλό – δεν υπήρξε προφανώς ποτέ κάτι τέτοιο για αυτά τα χωριά και τις κωμοπόλεις – όπου ζει το μεγαλύτερο μέρος του γαλλικού πληθυσμού – τα οποία επίσημα είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν από την «κατεύθυνση της ιστορίας» και την «ευρωπαϊκή οικοδόμηση» !).

Φυσικά, δεν είναι το αυτοκίνητο ως τέτοιο – ως «σημάδι» μιας δήθεν ένταξής τους στον κόσμο της κατανάλωσης (δεν είναι ούτε Λυονέζοι, ούτε Παριζιάνοι!) – που τα κίτρινα γιλέκα υπερασπίζονται σήμερα. Είναι πολύ απλά, ότι το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο ντίζελ (το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπαθεί να τους πάρει, επινοώντας συνεχώς νέα «τεχνικά πρότυπα ποιότητας»), είναι η τελευταία ευκαιρία τους για να επιβιώσουν, δηλαδή να έχουν ένα σπίτι, μια δουλειά και να ταΐσουν τους ίδιους και τις οικογένειές τους στο σημερινό καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο ωφελεί όλο και περισσότερο τους νικητές της παγκοσμιοποίησης. Και να πούμε ότι πρόκειται  βασικά για αυτή την «αριστερά της κηροζίνης» – αυτή που ταξιδεύει από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο για να μεταφέρει στα πανεπιστήμια τον κόσμου (και σε όλα τα «Φεστιβάλ των Καννών»), τα όμορφα λόγια περί «οικολογίας» και «εθελοντισμού», που τολμά να τους δίνει μαθήματα! Και είμαι σίγουρος, πως όσοι δεν έχουν γνωρίσει τίποτε άλλο από τα παλάτια των μητροπόλεων, δεν θα έχουν ποτέ, ούτε ένα εκατοστό από την αξιοπρέπεια  που μπορείτε να βρείτε ακόμα στις φτωχικές αγροικίες (και πάλι, από την εμπειρία μου στη Λαντ!).

Για το μόνο που αναρωτιέμαι είναι πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ένα τέτοιο επαναστατικό κίνημα (ένα κίνημα που δεν είναι ξένο, ως προς τη γέννησή του, το ενωτικό του πρόγραμμα και τον τρόπο ανάπτυξης του, από τη μεγάλη εξέγερση του Mιντί (révolte du Midi) το 1907, στις θλιβερές σημερινές πολιτικές συνθήκες. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχουμε μπροστά μας μια θατσερική κυβέρνηση της αριστεράς (ο βασικός σύμβουλος του Μακρόν είναι ο Ματιέ Λαιν – ένας επιχειρηματίας από το Σίτι του Λονδίνου, που επιμελήθηκε την εισαγωγή του έργου της στρίγκλας Μάργκαρετ Θάτσερ όταν μεταφράστηκε στα γαλλικά), δηλαδή μια κυβέρνηση κυνική και άφοβη, έτοιμη πάντα – και αυτή είναι η βασική διαφορά της με όλους τους προκατόχους της – να προχωρήσει στις μεγαλύτερες πινοσετικές ακρότητες  (όπως η Μάγγι με τους Ουαλούς ανθρακωρύχους ή τις απεργίες πείνας των Ιρλανδών του ΙRA), προκειμένου να επιβάλει τη δικιά της «κοινωνία της ανάπτυξης» και την αντιδημοκρατική εξουσία των δικαστών, που τώρα θριαμβεύει, και η οποία αποτελεί το φυσικό της επακόλουθο. Και φυσικά, χωρίς να φοβάται τίποτα, σε αυτό το επίπεδο, από τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης.

Πρέπει να θυμόμαστε, ότι ήδη έχουμε τρεις νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, μερικοί από τους οποίους σε πολύ κρίσιμη κατάσταση. Αν δεν με απατά η μνήμη μου, θα πρέπει να πάμε πίσω στο Μάη του 68, για να συναντήσουμε ένα ανθρώπινο κόστος που να συγκρίνεται με αυτό των σημερινών λαϊκών κινητοποιήσεων, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις. Αλλά, η κάλυψη αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος από τα μέσα ενημέρωσης, θεωρείται επαρκής, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, για ένα δράμα αυτού του μεγέθους; Και τι θα είχαν να πουν τα μαντρόσκυλα του France Info αν γι’ αυτόν τον (προσωρινό) απολογισμό ευθυνόταν, για παράδειγμα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν  ή ο Ντόναλντ Τραμπ;

Και τέλος, τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι, αν το κίνημα των κίτρινων γιλέκων κερδίσει κι άλλο έδαφος (ή  διατηρήσει, όπως τώρα, την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού), το Κράτος Μπεναλλά-Μακρόν δεν θα διστάσει ούτε στιγμή να κατεβάσει στους δρόμους το δικό του Μαύρο Μπλοκ και όλους τους δικούς τους «Αντίφα» (όπως οι πασίγνωστες «Ερυθρές Ταξιαρχίες» των παλαιών ημερών), για να το δυσφημίσουν, με οποιοδήποτε μέσο, ​​ή να το προσανατολίσουν προς ένα αυτοκαταστροφικό πολιτικό αδιέξοδο (έχουμε ήδη δει, για παράδειγμα, με ποιον τρόπο το κράτος του Μακρόν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να στερήσει την εμπειρία του κινήματος των ακτιβιστών των ZAD [«zone à defendre», ελληνικά «ζώνη προς υπεράσπιση»] της Νότρ-Νταμ-ντε-Λάντ [**], από την αρχική λαϊκή υποστήριξή. Αλλά ακόμα και αν αυτό το γενναίο κίνημα υποχρεωνόταν προσωρινά να διακόψει τις κινητοποιήσεις,  από τη δράση του Κόμματος των ΜΜΕ και του Χρήματος (PMA =Parti des Medias et de l’argent), στη χειρότερη περίπτωση, αυτό θα σημαίνει ότι ήταν μόνο μια πρόβα τζενεράλε και η αρχή ενός παρατεταμένου αγώνα.

Επειδή η οργή που έρχεται από τα κάτω (υποστηρίζεται, οφείλω να πω και πάλι, από το 75% του πληθυσμού και ως εκ τούτου είναι λογικό να στοχοποιείται από το 95% των μαντρόσκυλων των μέσων ενημέρωσης), δεν θα υποχωρήσει, μόνο και μόνο επειδή οι άνθρωποι έχουν βαρεθεί και δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση. Ο λαός λοιπόν βρίσκεται σε κίνηση! Και αν δεν εκλεγεί ένας άλλος (σύμφωνα με την επιθυμία του Ερικ Φασέν, του ιδιαίτερα δραστήριου παράγοντα επιρροής του γνωστού γαλλοαμερικανικού ιδρύματος – French American Foundation), δεν είναι έτοιμος να επιστρέψει στο σπίτι του. Οι Βερσαλλίες της αριστεράς και της δεξιάς (για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια των προγραμμένων της Κομμούνας που διέφυγαν στο Λονδίνο) να το ξέρουν!

Με μεγάλη φιλία,

ΖΚ

[*] Το κίνημα Nuit debout (Ξάγρυπνοι όλοι τη νύχτα) είναι ένα κοινωνικό κίνημα των Γάλλων πολιτών που ξεκίνησε στις 31 Μαρτίου 2016, με διαμαρτυρίες κατά της προτεινόμενης εργατικής μεταρρύθμισης της σοσιαλιστικής κυβέρνησης, γνωστής ως Loi Travail, ή του νόμου Ελ Κομρί (El Khomri). Έχει παρομοιαστεί με το αμερικανικό κίνημα Occupy Wall Street και τους Iσπανούς Αγανακτισμένους (indignados)

[**] Το κίνημα κατά του αεροδρομίου της Νοτρ-Νταμ-ντε-Λαντ ξεκίνησε το 2008 και πέτυχε, παρά τον ιδεολογικό πόλεμο και την καταστολή που υπέστη, μετά από δέκα χρόνια κατάληψης του χώρου και υπεράσπισης των εναλλακτικών δραστηριοτήτων που αναπτύχθηκαν εκεί, την εγκατάληψη του σχεδίου της κυβέρνησης το 2018. Τα αρχικά ZAD σημαίνουν, στην τεχνοκρατική ορολογία «zone d’ aménagement différé», δηλαδή «ζώνη διαφοροποιημένου σχεδιασμόυ», πριν μετατραπούν σε «zone à defendre», ελληνικά «ζώνη προς υπεράσπιση», από τους ακτιβιστές.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ