του Μπ. Μπλάκγουελ, από το Άρδην τ. 42, Ιούνιος 2003
Μπουένος Άιρες, 21 Μαρτίου: Περίεργοι περαστικοί στέκονται και κοιτούν στη λεωφόρο Καλάο, καθώς άνδρες και γυναίκες αρχίζουν να ξηλώνουν τις απαγορευτικές μπάρες μπροστά από το γιγαντιαίο ξενοδοχείο Μπάουεν. Δυο αστυνομικοί τους παρακολουθούν στην απέναντι πλευρά του δρόμου, χωρίς να επεμβαίνουν. Το ξενοδοχείο των 224 δωματίων παραμένει κλειστό για πάνω από έναν χρόνο και αυτοί που καθαρίζουν τώρα τις εισόδους του είναι οι πρώην υπάλληλοί του.
Μετά από έναν χρόνο αποτυχημένων δικαστικών προσπαθειών για την καταβολή της αποζημίωσης και των δεδουλευμένων, οι υπάλληλοι του Μπάουεν αποφάσισαν να συστήσουν έναν συνεταιρισμό και να λειτουργήσουν το ξενοδοχείο υπό τον έλεγχό τους. Στην πρόσοψη του κτηρίου, έχουν αναρτηθεί πολλά πανό. Ένα από αυτά γράφει: “Καταλαμβάνουμε, αντιστεκόμαστε, παράγουμε-Το ξενοδοχείο στα χέρια των υπαλλήλων του”. Ένα άλλο ανήκει στις άτυπες συνελεύσεις γειτονιών και ένα τρίτο στο Εθνικό Κίνημα τον Κατειλημμένωv Επιχειρήσεων (M.N.E.R.). “Σκεφτείτε πόσες συναντήσεις μπορούμε να φιλοξενήσουμε εδώ”, λέει μια υπάλληλος του ξενοδοχείου καθώς περπατάει στους άδειους διαδρόμους του…
Αδράχνοντας τη μέρα
Τέτοιες σκηνές είναι αρκετά συχνές στην Αργεντινή, έπειτα από την οικονομική κατάρρευση του 2001. Περισσότερα από 160 εργοστάσια και επιχειρήσεις βρίσκονται υπό κατάληψη από τους υπαλλήλους και λειτουργούν κάτω από συνεταιριστικό καθεστώς. Οι συνεταιρισμοί αυτοί αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά μιας νέας κοινωνικής οικονομίας: Οι αγρότες ασχολούνται με τις οργανικές καλλιέργειες, ενώ οι άνεργοι απασχολούνται σε εργοστάσια άρτου ή σε χωράφια λαχανικών. Παράλληλα μ’ αυτές τις παραγωγικές δραστηριότητες έχουν αναπτυχθεί και διάφορα δίκτυα διανομής, λαϊκές αγορές και μικροκαταστήματα.
Ανάμεσα στα κατειλημμένα εργοστάσια συγκαταλέγονται και το Ζανόν, το μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής κεραμικών που βρίσκεται στην άγονη επαρχία της Σάντα Κρούζ στη Παταγονία, το Μπρούκμαν, εργοστάσιο παραγωγής υφασμάτων που βρίσκεται στο Μπουένος Άιρες, ένα εργοστάσιο κατεργασίας αλουμινίου καθώς και πολλά κέντρα υγείας, πιτσαρίες, ρεστοράν και μικρές βιοτεχνίες που παράγουν από βιβλία μέχρι παγωτά, τυροκομικά και μπισκότα. Σήμερα, πάνω από 10.000 άνθρωποι απασχολούνται σ’ αυτές τις κατειλημμένες επιχειρήσεις. Συνήθως, οι καταλήψεις πραγματοποιούνται όταν χρεοκοπούν οι εταιρείες που λειτουργούσαν τις επιχειρήσεις, όταν η εργοδοσία έχει πολλούς μήνες να καταβάλει τα δεδουλευμένα ή όταν οι εταιρείες αρχίζουν να εκποιούν τον εξοπλισμό της επιχείρησης.
Πνιγμένη από τα χρέη, η εργοδοσία του εργοστασίου Μπρούκμαν αποχώρησε από την διαπραγμάτευση με τους εργαζόμενους για την καταβολή των δεδουλευμένων και απλά εξαφανίστηκε. Ύστερα, λίγες μέρες πριν η “επανάσταση της κατσαρόλας” οδηγήσει στην παραίτηση του Αργεντίνου προέδρου Φερνάντο ντε λα Ρούα, το προσωπικό του εργοστασίου Μπρούκμαν αποφάσισε να κατασκηνώσει έξω από τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης μέχρι να ξαναεμφανιστεί η εργοδοσία. Έπειτα από δυο βδομάδες αναμονής, οι εργάτες απευθύνθηκαν στους πωλητές των προϊόντων της εταιρείας και τους ρώτησαν εάν ακόμα ενδιαφέρονται να διαθέτουν τα προϊόντα της φίρμας. Το εργοστάσιο σύντομα λειτούργησε κάτω από τον έλεγχο των εργατών και η διάθεση των προϊόντων υποβοηθήθηκε από τα δίκτυα ανταλλαγών των συνελεύσεων γειτονιάς του Μπουένος Άιρες. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, οι 50 εργάτες εξασφάλισαν τους μισθούς τους στα επίπεδα του 1995 και πλήρωσαν επίσης το μεγάλο χρέος της επιχείρησης στην εταιρεία ηλεκτροδότησης. Ένα μήνα μετά, οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης εμφανίστηκαν και ζήτησαν να επανακτήσουν τον έλεγχο του εργοστασίου. Φυσικά, οι εργάτες τους έδειξαν την πόρτα.
Ο Σήλια, ένας εργάτης της επιχείρησης λέει: “Το πρόβλημα για τους εργοδότες είναι ότι οι εργαζόμενοι έχουν ήδη δοκιμάσει τον απαγορευμένο καρπό: Τώρα ξέρουμε πόσο κοστίζουν οι πρώτες ύλες, πόσο πουλιούνται τα προϊόντα, πόσα κερδίζει το εργοστάσιο. Πλέον, ξέρουμε πώς να διοικούμε ένα εργοστάσιο”.
Σε μια παρόμοια περίπτωση, η κατάληψη του εργοστασίου Ζανόν ήλθε μετά από μήνες απλήρωτων μισθών, όταν το εργοστάσιο παρήγαγε πολύ μικρές ποσότητες και πολλοί εργαζόμενοι είχαν απολυθεί. Μετά από την κατάληψη, η παραγωγή έχει αυξηθεί και οι 270 εργαζόμενοι του εργοστασίου πληρώνονται τακτικά. Επίσης, το Ζανόν είναι το πρώτο εργοστάσιο που προχώρησε και σε αύξηση των θέσεων εργασίας, προσλαμβάνοντας 20 άτομα από τις τοπικές οργανώσεις ανέργων.
Αντιμέτωποι με το νόμο
Ενώ η κατάληψη ενός εργοστασίου είναι κατ’ αρχήν μια ελκυστική πράξη, οι νομικές κυρώσεις που ακολουθούν λειτουργούν εκφοβιστικά. Οι καταληψίες αντιμετωπίζουν συχνά τις μηνύσεις των πρώην ιδιοκτητών και των μετόχων. Στην περίπτωση του εργοστασίου Ζανόν, αυτές ξεπερνούν τις 400. Εξαιτίας του πολύπλοκου και συχνά διεφθαρμένου νομικού συστήματος της Αργεντινής, οι μηνύσεις μπορούν να εξελιχθούν σε αστυνομικές επιδρομές που με τη σειρά τους προκαλούν την παύση της λειτουργίας καθώς οι εργαζόμενοι επιστρατεύουν πολιτικά και νομικά μέσα για να ανατρέψουν τις αποφάσεις τις ανακατάληψης.
Οι εργάτες ξοδεύουν τόσο χρόνο για να αποκρούσουν τις νομικές και αστυνομικές επιθέσεις που συχνά δεν τους απομένει χρόνος για να δουλέψουν. Η εμπειρία της ολονύκτιας διαμονής στο εργοστάσιο, με τον μόνιμο φόβο της αστυνομικής επιδρομής να την συνοδεύει, έχει μεγάλο ψυχολογικό κόστος για τους εργαζόμενους του εργοστασίου Μπρούκμαν. Οι προσπάθειές τους να αποκρούσουν την επιδρομή της αστυνομίας για την έξωση απαίτησαν δυο φορές την κινητοποίηση χιλιάδων συμπαραστατών, ενώ οι ίδιοι οι εργάτες αλυσοδέθηκαν στις πύλες του εργοστασίου.
Τα νομικά εμπόδια έχουν οδηγήσει πολλά εργοστάσια σε νέα προβλήματα: “Επειδή δεν ήμαστε νομικά κατοχυρωμένη επιχείρηση, οι μεγάλοι πελάτες δεν απευθύνονται σε μας για φορολογικούς λόγους” λέει ο Κίκο, ένας εργάτης του εργοστασίου Ζανόν.
Ενώ μερικοί καταληψίες, όπως αυτοί του Ζανόν και του Μπρούκμαν, ζητούν την κρατικοποίηση των επιχειρήσεών τους δίχως την αλλαγή του καθεστώτος της αυτοδιαχείρισης, οι περισσότεροι αισθάνονται ήδη ασφαλείς μέσα στο καθεστώς των αυτοδιαχειριζόμενων συνεταιρισμών. Μερικοί από αυτούς πιέζουν να κατοχυρωθεί και νομικά το δικαίωμα στην αυτοδιαχείριση των εργοστασίων. Το άρθρο 17 του αργεντίνικου Συντάγματος ορίζει τη δυνατότητα παραχώρησης της ιδιοκτησίας σε κοινωνικούς συνεταιρισμούς, όταν κρίνεται ότι αυτή λειτουργεί προς το “δημόσιο συμφέρον”. Το Εθνικό Κίνημα των Κατειλημμένων Εργοστασίων (MNER) πιέζει για την πρόταση ενός νόμου που θα μεταβιβάζει απ’ ευθείας τις επιχειρήσεις στους υπαλλήλους σε περιπτώσεις χρεωκοπίας.
Επιπλέον, πέρα από τη δυσκολία των νομικών κυρώσεων, οι εργάτες σχεδόν ποτέ δεν διαθέτουν κάποιο κεφάλαιο για να το επενδύσουν στην αγορά πρώτων υλών, στη συντήρηση των μηχανημάτων ή στην πληρωμή των μισθών. Στο ξενοδοχείο Μπάουεν, όταν έφυγε η εργοδοσία, πήρε μαζί της όλα τα κομπιούτερ, τα τηλέφωνα, τις κουρτίνες και κάθε έπιπλο αξίας από το κτήριο. Στο εργοστάσιο Ζανόν, η εργάτες πρέπει να δαπανήσουν ένα μεγάλο ποσό για την επιδιόρθωση μιας από τις μεγάλες μηχανές.
Βέβαια, πέρα από όλα αυτά, η Αργεντινή συνεχίζει να βυθίζεται σε μια οικονομική κρίση. Έτσι, ενώ οι νέες, κατειλημμένες επιχειρήσεις είναι λιγότερο δαπανηρές, αποφεύγοντας τους ψηλούς μισθούς της διοίκησης και τα μερίσματα των μετόχων, τίποτα δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι κάτω από τον έλεγχο των εργατών θα έχουν μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία απ’ ό,τι είχαν πριν.
Μια νέα κοινωνική αλληλεγγύη
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο συμβάλλει η νέα κοινωνική οικονομία της Αργεντινής. Η εργάτες του Ζανόν παράγουν ένα ιδιαίτερο είδος τούβλων που είναι γνωστά ως “Μαπούτσε”. Τα τούβλα πήραν το όνομά τους από μια μικρή φυλή που κατοικεί στα περίχωρα της επαρχίας, γιατί βασίζονται σε παραδοσιακά σχέδια των ιθαγενών. Οι πωλήσεις του εργοστασίου, διευθύνονται από την οργάνωση “Μητέρες της πλατείας ντε Μάγιο”, που ιδρύθηκε από τις οικογένειες των αγνοουμένων του στρατιωτικού καθεστώτος που επιβλήθηκε στην Αργεντινή κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Οι “Μητέρες” σκοπεύουν τώρα να χρησιμοποιήσουν τις διεθνείς τους επαφές για να προωθήσουν τα προϊόντα του Ζανόν σε όλο τον κόσμο. Επίσης, έχουν συστήσει μια νομική ομάδα που προσπαθεί να άρει τις νομικές κυρώσεις που παρενοχλούν τη λειτουργία του εργοστασίου. Τον Μάρτιο, οι “Μητέρες της πλατείας ντε Μάγιο” είχαν την πρώτη επιτυχία εξασφαλίζοντας την πώληση ενός μεγάλου στοκ στις αλυσίδες καταστημάτων “Easy DIY” της Αργεντινής. “Έχουμε συμφωνήσει τη διάθεση 140.000 τ.μ. τούβλων αξίας στα καταστήματα “Easy DIY”, που θα μας αποφέρουν περίπου 1,5 εκατομμύρια πέσος το μήνα”, λέει ο Σέρτζιο Σκοκλέντερ από την οργάνωση “Επανάσταση κι ελπίδα” – μια οργάνωση-ομπρέλα που έχει το ρόλο του συμβούλου στις κοινωνικές επιχειρήσεις που έχουν ιδρύσει οι “Μητέρες”. “Ο επόμενος στόχος μας είναι να ξεκινήσουμε τις εξαγωγές δια μέσου των διεθνών σχέσεων που έχει η οργάνωση των “Μητέρων””. Εν τω μεταξύ, το εργοστάσιο Ζανόν έχει λανσάρει άλλα δυο προϊόντα, τις “πέτρες του βορρά” και το “εργοστάσιο χωρίς αφεντικά”.
Βέβαια, εκτός από αυτήν την περίπτωση, υπάρχουν και πιο ριζοσπαστικοί πειραματισμοί. Πίσω από μια κατειλημμένη πιτσαρία στη γειτονιά του πάρκου Αβελανέδα, γύρω στα 30 άτομα συζητούν σ’ ένα κύκλο. Είναι μέλη της Ένωσης για μια κοινωνική οικονομία – ένα συντονιστικό όπου συμμετέχουν εκπρόσωποι δεκάδων συνελεύσεων γειτονιάς που δρουν στο Μπουένος Άιρες.
Ο Αλμπέρτο, από τη συνέλευση της Nunez Saavedra, λέει: “Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να επισημάνουμε όλες τις πτυχές της παραγωγικής διαδικασίας που βρίσκονται στα χέρια των κοινωνικών κινημάτων, να τις συνδέσουμε κι έπειτα να καλύψουμε, με τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, τα κενά.”
Μια από τις πρώτες δραστηριότητες της Ένωσης για την κοινωνική οικονομία είναι να επισημάνει όλες τις ανάγκες διάθεσης των προϊόντων των κατειλημμένων επιχειρήσεων και να προσδιορίσει ποιες από αυτές μπορούν να ικανοποιηθούν από άλλες κατειλημμένες επιχειρήσεις ή από δίκτυα ανέργων. Όπου οι ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν από τα εναλλακτικά δίκτυα διάθεσης, πραγματοποιείται μια έρευνα για το κατά πόσο μπορεί να στηθεί ένας νέος συνεταιρισμός. Μερικά από τα σχέδια που βρίσκονται στο πρώτο στάδιο πραγματοποίησης είναι ένας συνεταιρισμός που κατασκευάζει ηλιακούς συλλέκτες κι ένας άλλος που επιδιορθώνει τα χαλασμένα κομπιούτερ για να τα προωθήσει ξανά στις νέες επιχειρήσεις. “Η ιδέα είναι να προσαρμόσουμε την κοινωνική παραγωγή ώστε να πετύχουμε έναν βαθμό αυτάρκειας που θα αποτρέπει την αγορά των προμηθειών από τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις”, λέει ο Αλμπέρτο.
Μπορεί κανείς να δει εμβρυακές μορφές αυτού του είδους να λειτουργούν στην πράξη ακόμα και σήμερα. Οι καλλιεργητές από την οργάνωση “Μοκάσε” στην επαρχία του Σαντιάγο ντελ Εστέρο προμηθεύουν κάρβουνο και “yerba mate” (ένα είδος λατινοαμερικάνικου βοτάνου) στις οργανώσεις ανέργων των εξαθλιωμένων προαστίων του Μπουένος Άιρες. Τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται στις κοινοτικές κουζίνες της περιοχής. Η ανταλλαγή των προϊόντων γίνεται με λίγα χρήματα αλλά κυρίως η “Μοκάσε” πληρώνεται σε είδος, με άλλα προϊόντα. Ο εκδοτικός οίκος Τσιλαβέρ τυπώνει εφημερίδες, αφίσες και μπροσούρες για τις περισσότερες κοινωνικές κινήσεις του Μπουένος Άιρες. Επίσης, ένα μεγάλο εργοστάσιο άρτου, που λειτούργησε κάτω από τον έλεγχο των τοπικών συνελεύσεων και των ασθενών του υπό διάλυση ψυχιατρικού ασύλου Borda, παράγει γύρω στα 25.000 κιλά ψωμί την ημέρα καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες των περισσότερων κοινοτικών καντινών του Μπουένος Άιρες. Τέλος, το προσωπικό της κλινικής Portugesa και μια ομάδα αλληλέγγυων γιατρών κατέλαβε τα κτήρια της κλινικής και βρήκε μέσα πλήρη εξοπλισμό (ακόμα και ένα πλήρως εξοπλισμένο χειρουργείο και μονάδα εντατικής θεραπείας). Η ιδέα που έχουν είναι να το χρησιμοποιήσουν ως τη βάση για ένα νέο σύστημα πρόνοιας για τους εργαζόμενους στις κατειλημμένες επιχειρήσεις μιας και οι τελευταίοι δεν έχουν καμία κάλυψη σήμερα.
Η Ένωση για την Κοινωνική Οικονομία σκοπεύει να προχωρήσει ακόμα μακρύτερα. Έχει προχωρήσει στη δημιουργία ενός διακριτικού, αναγνωριστικού σήματος που θα πιστοποιεί την παραγωγή των προϊόντων από συνεταιρισμούς και κοινωνικά κινήματα. Το ειδικό σήμα θα πιστοποιεί επίσης την ποιότητα των προϊόντων και τις άριστες συνθήκες εργασίας κάτω από τις οποίες παράχθηκαν.
Η διάθεση των προϊόντων θα γίνεται, πέρα από τα εναλλακτικά δίκτυα, και μέσα από κατειλημμένα σούπερ-μάρκετ όπως αυτό του Tigre και του Cayteano, που βρίσκονται στη πόλη Ροζάριο και στην επαρχία του Μπουένος Άιρες, αντίστοιχα. Η Ένωση έχει πρόσφατα καταλάβει ένα μεγάλο άδειο κτήριο και τον δρόμο που κείται μπροστά του στο Παλέρμο του Μπουένος Άιρες, και θα τα διαθέσει στις συνελεύσεις γειτονιάς και στα δίκτυα ανέργων της περιοχής για να διοργανώνουν τις “αγορές αλληλεγγύης” όπου και θα πωλούν τα προϊόντα τους. Επίσης, η Ένωση πρόκειται να στήσει μια μεγάλη λαϊκή αγορά όπου θα μπορούν να διαθέτουν τα προϊόντα τους οι παραγωγοί οργανικών τροφών από τα προάστια και την περιφέρεια της πρωτεύουσας. Τέλος, η Ένωση διαθέτει η ίδια στην αγορά ένα “καλάθι αλληλεγγύης” με προϊόντα που παράγουν μια σειρά κοινωνικών επιχειρήσεων.
Για να προωθήσει τις δραστηριότητές της, η Ένωση έχει διαμορφώσει μια πολύπλοκη ιστοσελίδα η οποία και θα προβάλλει μέσα από το διαδίκτυο όλες τις δραστηριότητες των κοινωνικών επιχειρήσεων έτσι ώστε να προωθήσει τη μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ τους.
Φυσικά, περισσότερο πολύπλοκη από την οργάνωση των επιχειρήσεων είναι η αναζήτηση πρώτων υλών που θα κινήσουν την κοινωνική οικονομία. Όπως επισημάναμε και παραπάνω, οι εργάτες δεν διαθέτουν τα κεφάλαια για να επενδύσουν στην αγορά πρώτων υλών. Οι ιδιωτικές τράπεζες της Αργεντινής αρνούνται να δανείσουν στους κοινωνικούς συνεταιρισμούς ενώ τα τοπικά επιτόκια είναι απαγορευτικά. Από την άλλη, η κυβέρνηση απαιτεί, σε αντάλλαγμα για τη συμβολή της, την πολιτική στήριξη στις επόμενες εκλογές.
Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, η Ένωση για την Κοινωνική Οικονομία προτίθεται να ιδρύσει μια τράπεζα επενδύσεων που θα εγγυάται μια ελάχιστη επιστροφή των επενδυόμενων χρημάτων και θα κατανέμει τους πόρους της σύμφωνα με τις ανάγκες των κοινωνικών επιχειρήσεων. Η τράπεζα θα βασίζεται κυρίως στις συνεισφορές των αλληλέγγυων Αργεντινών του εσωτερικού και της διασποράς, της Ιταλίας και της Ισπανίας.
Σαφέστατα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις δεν σκοπεύουν να εξελιχθούν σε μικρογραφία των επιχειρήσεων που εκτόπισαν, ούτε είναι διατεθειμένες να υιοθετήσουν τη λογική της αγοράς. Αντίθετα, η παρουσία τους δεν νοείται έξω από τα πλαίσια του αργεντίνικου κινήματος που συνέβαλε στην δημιουργία τους.
Ως προς αυτό, ο Αλμπέρτο σημειώνει: “Είναι η διαφορά μεταξύ του να πουλάς απομιμήσεις Nike και το να διαθέτεις δερμάτινα παπούτσια κατασκευασμένα από τα δίκτυα ανέργων. Αυτή η διαφορά θα γίνει αισθητή μόνο στα πλαίσια της επέκτασης ενός ρεύματος πλατιάς μεταρρύθμισης και βαθιάς αλλαγής”.
Όπως το θέτει και ο Ζωρζ Μιρακκιόλε από τη συνέλευση της Espacio de Proyectos… “Δεν υπάρχει κανένα ιδιαίτερο νόημα στην ίδρυση ενός συνεταιρισμού που θα εξασφαλίζει μόνο τα μέλη του. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να επινοήσουμε νέες πρακτικές, νέες μορφές συνεργασίας που θα επιτρέψουν στους ανθρώπους να δουλεύουν έξω από τις εξαρτημένες σχέσεις εργασίας”.
- Ο Μπεν Μπλάκγουελ είναι ένας ανεξάρτητος δημοσιογράφος με έδρα το Μπουένος Άιρες.
Μτφ: Γ. Ρακκάς