του Λ. Αποσκίτη, από το Άρδην τ. 35, Απρίλιος 2002
Λίγες μέρες πριν ο Πρόεδρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν Μοχαμμά-ντ Χαταμί ξεκινήσει την τριήμερη επί-οκεψή του στην Ελλάδα (13-15 Μαρτίου), στην Τεχεράνη γιορτάστηκε η 23η επέτειος της Ισλαμικής επανάστασης του ’79 μέσα σε αντιαμερικανικές εκδηλώσεις. Στον πανηγυρικό λόγο του, ο Πρόεδρος Χαταμί ευχήθηκε «να δει τους Αμερικανούς ηγέτες να αλλάζουν μυαλά».Είχαν προηγηθεί στις 29 του Ιανουαρίου οι δηλώσεις του πλανητάρχη Μπους που κατέτασσε το Ιράν ανάμεσα στις χώρες του «άξονα του κακού».
Με την ίδια μετριοπάθεια, ενός ηγέτη ο οποίος αναζητεί συμμαχίες βασισμένες σε ιστορικές ρίζες και βαθιές αξίες απέναντι στην ισοπεδωτική «μονοκρατορία των ΗΠΑ», μίλησε ο Ιρανός Πρόεδρος και στην Αθήνα. «Η ιστορική σχέση των Περσών και των Ελλήνων είναι αναμφισβήτητα μακραίωνη και γεμάτη από καλα και δυσάρεστα γεγονο-τα… Σήμερα, όπως και στο παρελθόν, χρειάζεται να αποκτήσουμε τη δύναμη του διαλόγου με τους άλλους…»
Η εικόνα ενός μετριοπαθή μουλά που εκφράζεται με ύμνους για την ελληνική φιλοσοφία και τη δημοκρατία ξαφνιάζει τους πολλούς που είναι εθισμένοι στην εικόνα που προβάλλεται από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης για το Ιράν: μιας χώρας με μονολιθική ισλαμική δικτατορία.
Όμως, ένας φιλοσοφημένος άνδρας με τόσο δομημένη σκέψη σαν τον Μοχαμμάντ Χαταμί που είναι διανοούμενος, συγγραφέας και πανεπιστημιακός δάσκαλος, πέρα από κληρικός και πολιτικός, δεν επιβιώνει εύκολα μέσα σε ένα μονολιθικό θεοκρατικό περιβάλλον.
Η άνοδος στην ηγεσία της ιρανικής εξουσίας του «Αγιατολλάχ Γκορ-μπατσώφ», όπως τον αποκαλούν, που έκλεψε τις καρδιές όχι μόνο των συμπατριωτών του αλλά και όλων των Ευρωπαίων πολιτικών που έχει συναντήσει, σημαίνει το αντίθετο. Ότι στο Ιράν αυτή τη στιγμή, μέσα στην πολιτικοκληρική ελίτ, που είναι ένας συνδυασμός μουλάδων, διανοουμένων και τεχνοκρατών, διεξάγεται ένας πολύ γόνιμος διάλογος απόψεων πάνω στα οικονομικά, πολιτιστικά και διεθνή θέματα.
Ο κληρικός που πολεμάει τον σκοταδισμό
0 Μοχάμμαντ Χαταμί εκπροσωπεί την προοδευτική κοινωνία της χώρας του και τη νέα γενιά, ιδίως τους φοιτητές, που αναζητούν την ελευθερία στην έκφραση και τη μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά. Αλλά, σε αντίθεση με τον Ρώσσο συνονόματο του, ο Χαταμί δεν έχει την πρόθεση να προεδρεύσει της κατάρρευσης της χώρας του ή ενός δραστικού επαναπροσδιορισμού του πολιτικού της συστήματος. Ο Χαταμί, μαζί με τις επικλήσεις του για ελευθερία του λόγου, επαναλαμβάνει την προειδοποίηση ότι «οι ιδέες που αρνούνται την ύπαρξη του ισλαμικού συστήματος δεν έχουν κανένα δικαίωμα ύπαρξης μέσα στο σύστημα». 0 Ιρα-. ίς πρόεδρος είναι περισσότερο ένας ρεφορμιστής που επιδιώκει να κάει το Ιράν πιο σύγχρονο, πιο σταθερό και πιο δυνατό από πριν και, πάνω απ όλα. να αποφύγει την πολεμική θύελλα με την οποία απειλούν όλη τη Μέση Ανατολή οι νεόκοποι πλανηταρχες.
Ειχε παίξει έναν περιφερειακό ρόλο στην ισλαμική επανάσταση. Ως επικεφαλής του ιρανικού πολιτιστικού κέντρου στο Αμβούργο, οργάνωνε τους Ιρανούς φοιτητές της Γερμανίας και έγραφε φυλλάδια εναντίον του Σάχη. Στην αρχή υπηρέτησε το νέο καθεστώς ως επικεφαλής του κρατικού εκδοτικού οίκου και εξελέγη στο πρώτο μετεπαναστατικό κοινοβούλιο. Υπήρξε στενός συνεργάτης του Αχμάντ Χομεϊνί, γιου του Ιμά-μη Χομεϊνί, και με την υποστήριξή του έγινε Υπουργός Πολιτισμού. Μετά το 1992 διορίσθηκε πολιτιστικός σύμβουλος του Προέδρου Ραφσαντζανί και επικεφαλής της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Ιράν. Έχει γράψει δεκάδες άρθρα και βιβλία.
Είναι παντρεμένος από το 1974 με την Ζοράχ Σαντεγκί, κόρη ενός διάσημου καθηγητή του θρησκευτικού δικαίου, και έχει δύο κόρες και έναν γιο. Όπως συνηθίζεται στις θρησκευτικές οικογένειες, ο γάμος τους έγινε κατόπιν συμφωνίας των δύο οικογενειών τους. 0 Χαταμί είναι γιος ενός Αγιατολλάχ πολύ σεβαστού στην ιρανική κοινωνία, αλλά μεγάλωσε μέσα σε μια εξαιρετικά άνετη και φιλελεύθερη ατμόσφαιρα για τα δεδομένα μιας θρησκευτικής οικογένειας στο Ιράν. Αντίθετα με άλλους κληρικούς, ο Αγιατολλάχ Χαταμί επέτρεπε στα παιδιά του να ακούν μουσική και να διαβάζουν ποίηση, μυθιστορήματα και εφημερίδες, ακόμα και τα βιβλία που ήταν απαγορευμένα για τον κλήρο. Ενδεικτικό του πόσο σεβαστός ήταν στην ιρανική κοινωνία ο πατέρας του σημερινού προέδρου είναι η παρακάτω ιστορία. Πολύ πριν την επανάσταση του ’79, η μυστική αστυνομία του Σάχη συνέλαβε τον Αγιατολλάχ Χαταμί. Αλλά καθώς μπήκε στο κτίριο της Ασφάλειας συνοδευόμενος από τους φρουρούς του, όλος ο κόσμος που ήταν εκεί υποκλίθηκε με σεβασμό ενώπιον του και του φιλούσε το χέρι. Αμέσως οι αρχές του είπαν να πάει στο σπίτι του.
Αν και μερικοί κληρικοί απέφευγαν τη στρατιωτική υπηρεσία, ο Χαταμί υπηρέτησε τη διετή υποχρεωτική θητεία του σαν νεαρός υπολοχαγός στον στρατό του Σάχη, επειδή πίστευε ότι θα έπρεπε να έχει και στρατιωτική παιδεία. Κάτι που του χρησίμευσε σίγουρα κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ, το 1980-1988, όταν υπηρέτησε σε διάφορες στρατηγικές θέσεις ανάμεσα στις οποίες και επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων και πρόεδρος του αρχηγείου της Πολεμικής Προπαγάνδας.
Ο Μοχαμμάντ Χαταμί εκλέχθηκε 5ος Πρόεδρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν τον Μάιο του 1997 κερδίζοντας περί το 70% των ψήφων (20.078.178). Μιλώντας στους φοιτητές της Τεχεράνης προσδιόρισε την πολιτική του ταυτότητα ως εξής: «Επιτρέψτε μου να δηλώσω σαφώς τις πεποιθήσεις μου. Το πεπρωμένο του κοινωνικού κύρους της θρησκείας σήμερα και αύριο θα εξαρτηθεί από τη δική μας ερμηνεία της θρησκείας με έναν τρόπο που δεν θα έρχεται σε αντίθεση με την ελευθερία. Οποτεδήποτε στην ιστορία μια θρησκεία ήρθε αντιμέτωπη με την ελευθερία, αυτή που υπέστη φθορά ήταν η θρησκεία…»
Πάντως, ως πρόεδρος του κράτους, ο Χαταμί πρέπει να συμβουλεύεται για όλα τον Αγιατολλάχ Χαμενεΐ ο οποίος, σύμφωνα με το Σύνταγμα του Ιράν, είναι η «υπέρτατη αρχή» της Ισλαμικής Δημοκρατίας, πιο σημαντικός από τον Πρόεδρο, και ο οποίος ελέγχει τις ένοπλες δυνάμεις, τη δικαιοσύνη και την ασφάλεια του κράτους, καθώς και τις υπηρεσίες πληροφοριών και ενημέρωσης. Σε πολλά ζητήματα οι δύο άνδρες έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις. Πουθενά, όμως, δεν διαφωνούν περισσότερο οι δύο πολιτικοί άνδρες όσο στον τρόπο που βλέπουν την αμερικανική επιβουλή. Ενώ ο Χαταμί πιστεύει ότι μπορούν να επωφεληθούν αρκετά από τη βελτίωση των σχέσεών τους με τις Η ΠΑ, ο Χαμενεΐ επιμένει στη σκληρή άμυνα κατά του «πολιτιστικού ιμπεριαλισμού».
Μια ακόμα βασική διαφορά μεταξύ των «ρεφορμιστών» του Μοχάμμαντ Χαταμί και των «συντηρητικών» του Αλί Χαμενεΐ είναι ακριβώς ο τρόπος που βλέπουν τον ρόλο της αντιπολίτευσης. Το σύνθημα των ρεφορμιστών είναι τα λόγια του Χαταμί: «Ζήτω η Αντιπολίτευση». Όμως, παρά τις σημαντικές διαφορές τους, ο Χαταμί και ο Χαμενεΐ έχουν μια πολύ ειλικρινή σχέση αφού και οι δύο έχουν μεγάλη ουμανιστική και φιλοσοφική παιδεία. Άλλωστε, ο Χαταμί αποδέχεται το γεγονός ότι ο συνομιλητής του είναι ο Ηγέτης και απολαμβάνει ειδικών προνομίων. Αλλά, για να κατανοήσει κανείς καλύτερα την πολιτική ατμόσφαιρα, πρέπει να δει πώς είναι διαμορφωμένη η ισορροπία στο ιρανικό πολιτικό σκηνικό.
Λαϊκιστές και ελιτίστες
Κατ’ αρχάς, δύο μεγάλα ρεύματα είναι που διατρέχουν την ισλαμική κοινωνία του Ιράν. Ένα πιο «ελιτίστικο» και ένα πιο «λαϊκίστικο». Οι ελιτίστες πιστεύουν ότι η υπέρτατη αρχή σε μια ισλαμική κυβέρνηση πρέπει να ανήκει στους εκπρόσωπους του Θεού με την ειδική ανώτερη μόρφωση και εκπαίδευση για να νομοθετούν εκφράζοντας τη θεία θέληση. Η διοίκηση του κρότους χρειάζεται κυρίως για να οργανώνει τους πολίτες γύρω από την ισλαμική παράδοση και να προστατεύει την κοινωνία από την ανηθικότητα. Παράλληλα πιστεύουν στην ανταμοιβή της σκληρής εργασίας από τον θεό με την απόκτηση πλούτου που είναι θεμιτός (ένα είδος προτεσταντικής ηθικής). Γι’ αυτό και ένα ισλαμικό κράτος πρέπει να προστατεύει την ατομική ιδιοκτησία.
Όσοι, αντίθετα, συσπειρώνονται γύρω από το «λαϊκό» Ισλάμ πιστεύουν στην αρχή του «συμβολαίου με τον Λαό» και στη μεταβίβαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων σε εκλεγμένους αντιπροσώπους και ψηφισμένα από το λαό νομοθετικά σώματα. Οι λογιστές βλέπουν τη μεγάλη συσσώρευση πλούτου ως κοινωνική «αμαρτία» και πιστεύουν ότι η ισλαμική δικαιοσύνη δεν συνίσταται σε καταστολή και αυστηρή νομοθεσία αλλά στο να βοηθά τους πολίτες να αποκτήσουν ένα βασικό επίπεδο υλικών αγαθών. Η τελευταία εκδοχή της ισλαμικής επανάστασης ήταν και η κυρίαρχη τα πρώτα 10 μετεπαναστατικά χρόνια της δεκαετίας του ’80.
Πρέπει, όμως, να τονιστεί ότι οι περισσότεροι πολιτικοί και κρατικοί αξιωματούχοι δεν είναι ούτε καθαροί ελιτίστες ούτε καθαροί λαϊκιστές. Οι απόψεις τους είναι λεπτοί συνδυασμοί και των δύο τάσεων.
Ο Χαταμί, οι ιδέες του οποίου για τη γραμμή της κυβέρνησης είναι πιο κοντά στο «λαϊκό» κράτος, στο προεκλογικό πρόγραμμά του τόνισε ιδιαίτερα την σημασία της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και κριτίκαρε την ασυδοσία της ελεύθερης αγοράς.
Το μήνυμά του έγινε ενθουσιωδώς δεκτό από μια μεγάλη γκάμα ψηφοφόρων: νεαρές ηλικίες κάτω των 25, γυναίκες και φεμινίστριες, τους περισσότερους άνδρες της γενιάς της επανάστασης (35 έως 55 ετών) αλλά και συνταξιούχους που ανησυχούν για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν την εκλογή του ήταν το σχέδιο των τοπικών συμβουλίων που επέτρεψε την εκλογή 200.000 τοπικών αντιπροσώπων με την εξουσία της τοπικής ακόμα και νομοθετικής αρχής και η περισσότερη ελευθερία του τύπου που επέτρεψε τον πολλαπλασιασμό των εκδόσεων.
Εκείνοι που αντιτίθενται στις προσπάθειες του Χαταμί να ενθαρρύνει τις διαφορετικές απόψεις και τη γόνιμη διαμάχη σχετικά με τα θέματα αυτά κυριαρχούν σε εκείνους τους τομείς της ιρανικής κυβέρνησης που δεν ελέγχει ο Πρόεδρος. Γιατί η ιρανική διοικητική και κυβερνητική μηχανή αποτελείται από διαφορετικά όργανα και θεσμούς που σκοπό έχουν να ελέγχουν και να αντιμάχονται ο ένας τον άλλον.
Η κύρια αντιπολίτευση βασίζεται σε δύο διαφορετικές πολιτικές ομάδες, τους φονταμενταλιστές και τους συντηρητικούς. Για τους φονταμενταλιστές οι μεταρρυθμίσεις του Χαταμί και το όραμα της κοινωνίας των πολιτών απειλεί το ελιτίστικο ιδεώδες της εμπνευσμένης ισλαμικής καθοδήγησης από τους εκλεκτούς. Γι’ αυτούς ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι μια ανοικτή κοινωνία να επιτρέψει στις διεφθαρμένες δυτικές αξίες -της Ευρώπης και των ΗΠΑ- να εισβάλουν στο Ιράν. Τα μέσα ενημέρωσης είναι μια περιοχή ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους φονταμενταλιστές οι οποίοι, πάντως, δεν απολαμβάνουν μεγάλης υποστήριξης και στις εθνικές εκλογές έλαβαν περίπου το 10% των συνολικών ψήφων. Όμως, ένας σημαντικός αριθμός εκπροσώπων του ρεύματος αυτού έχει ισχυρές θέσεις στα κρατικά ιδρύματα τα οποία πολλές φορές μπορούν να προβάλουν βέτο στις αποφάσεις του Κοινοβουλίου (Majlis).
Εκεί που πλεονεκτούν είναι στους δικαστικούς, τους οποίους οι υποστηρικτές του Χαταμί απέτυχαν να πείσουν προκειμένου να αλλάξουν τα αυταρχικά κριτήρια απονομής δικαιοσύνης.
Το περασμένο καλοκαίρι, φοβούμενοι ότι «κοινωνικά εγκλήματα» όπως η πορνεία, η μοιχεία και η κατανάλωση αλκοόλ υπονομεύουν την κοινωνία, οι συντηρητικοί κληρικοί ενώθηκαν για να υπερασπίσουν δεκάδες περιπτώσεις δημόσιου μαστιγώματος και δύο δημόσιους απαγχονισμούς, καθώς και την εκτέλεση δύο γυναικών στην φυλακή.
Αν υπάρχει ένα πράγμα με το οποίο οι εκλεπτυσμένοι Ιρανοί οπαδοί του ανθρωπισμού, όπως ο πρόεδρος Χαταμί, δεν μπορούν να συμμορφωθούν, αυτό είναι η επιδεικτικά βάρβαρη απονομή δικαιοσύνης, όπως το δημόσιο μαστίγωμα. Κανένας, όμως, που ζει υπό ισλαμική κυβέρνηση δεν τολμά να αντιταχθεί στις αρχές που θεμελιώνουν τέτοιες ποινές. Προκύπτουν από τη «σαρία», τον Ισλαμικό νόμο, και απολαμβάνουν ιερής έγκρισης.
Ο Αγιατολλάχ Μαχμούντ Χασεμί Σαχρουντί, επικεφαλής του τομέα της δικαιοσύνης, υποστηρίζει αυτές τις μεθόδους, ενώ ο πρόεδρος Χαταμί, ως πιο δημοκρατικός, εκτιμά ότι η κοινή γνώμη πρέπει να καθορίσει το αν θα συνεχισθούν ή όχι.
Οι συντηρητικοί αντιπροσωπεύουν μια πιο δύσκολη πρόκληση για τον Χαταμί γιατί, σε πραγματικούς αριθμούς, είναι η παράταξη με τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στο Κοινοβο υλιο των 270 εδρών. Εκφράζουν κυρ ως τα συμφέροντα της εμπορικής ταξης -του παζαριού- μιας πολυπληθούς μεσαίας τάξης στο Ιράν. Γι αυτό τον λόγο τους απασχολεί περισ σότερο η οικονομική πολιτική και θ’> η φύση του καθεστώτος. Έτσι, για πα ράδειγμα, αντιπολιτεύονται κάθε μεταρρύθμιση στο φορολογικό σύστημα εις βάρος των επιχειρήσεων ή τον με γαλύτερο έλεγχο του συναλλάγμα τος. Υποστηρίζουν τα δάνεια προς τι εταιρείες, την πώληση των κρατικω επιχειρήσεων και την μείωση, της κρατικής γραφειοκρατίας. Στον ηθικοπολιτιστικό τομέα εν γένει συντάσσονται με τα μέτρα περιορισμού της δορυφορικής τηλεόρασης, του Internet και των βιντεοταινιών, πιστεύοντας ότι απειλούν την ηθική της ιρανικής νεολαίας. Στην εξωτερική πολιτική, όμως, συμφωνούν με την τακτική του Χαταμί να εξομαλύνει τις σχέσεις με τις άλλες χώρες, εκτός βέβαια του Ισραήλ και των ΗΠΑ. Δρουν κυρίως, μέσα από ισχυρές θέσεις στον δημόσιο τομέα και εκφράζοντα από τον Σύνδεσμο Μαχητών Κληρικών του οποίου ηγείται ο Αλί Ακμπάρ Νατέκ-Νουρί.
Το «Νέο» Ιρά Οι υποστηρικτές τώρα του Προέδρου Χαταμί προέρχονται κυρίως από τρία πολιτικο-ρεφορμιστικά μέτωπα: τους μετριοπαθείς, τους μεταρρυθμιστές και τους ριζοσπάστες. Οι μετριοπαθείς -ένα είδος σοσιαλδημοκρατών της δεκαετίας του ’60- υποστηρίζουν τον κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία προκειμένου να εξασφαλίσουν την ισορροπημένη ανάπτυξη και πρόοδο σύμφωνα με τις γενικές αρχές της ελεύθερης αγοράς. Ο αντιπροσωπευτικός μετριοπαθής πολιτικός είναι ο πρώην πρόεδρος Ραφσατζανί, ο οποίος σήμερα είναι πρόεδρος ενός ειδικού κυβερνητικού οργάνου που έχει την εξουσία να επιλύει διαφωνίες σχετικές με την νομοθεσία μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και του Κοινοβουλίου. Πολλοί μετριοπαθείς της πολιτικής ελίτ είναι τεχνοκράτες αλλά και μηχανικοί, αγρότες, βιομήχανοι, γιατροί και καθηγητές. Έως το 1996, οι μετριοπαθείς ήταν μια φράξια μέσα στον Σύνδεσμο Μαχητών Κληρικών, Στη συνέχεια ίδρυσαν τη δική τους πολιτική κίνηση υπό την καθοδήγηση του Καρμπασί.
Οι μεταρρυθμιστές είναι το νεότερο πολιτικό σχήμα της συμπολίτευσης στον Χαταμί. Οι μεταρρυθμιστές πιστεύουν ότι ο μόνος τρόπος για να ανανεωθεί σήμερα μια ισλαμική κυβέρνηση είναι να γίνεται η εφαρμογή του νόμου πάνω στη βάση κοινωνικά αποδεκτών προτύπων δικαιοσύνης. Γι’ αυτούς, οι πολιτικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να είναι τα σημαντικότερα ζητήματα στην πολιτική ατζέντα του Προέδρου Χαταμί. Τους εκφράζει το Ιολαμικό Συμμετοχικό Μέτωπο του Ιράν που υποστηρίζει τις πολιτικές ιδέες του Χαταμί.
Άλλοι πρωτοκλασάτοι ρεφορμι-στές είναι ο Αμπντολάχ Νουρί που
ήταν ένας από τους τέσσερις αντιπροέδρους μέχρι το 1998 και ο υπουργός Πολιτισμού Αταολλάχ Μο-χατζερανί. Ο τελευταίος θεωρείται δυναμικός υποστηρικτής των ελευθεριών στον χώρο του τύπου και του πολιτισμού. Ο πιο ισχυρός επικριτής του θεοκρατικού συστήματος του Ιράν είναι ο διανοούμενος Χοσέί’ν Νταμπάχ, γνωστός από το φιλολογικό του ψευδώνυμο Αμπντούλ Καρίμ Σορούς. Δεν είναι μόνο μη κληρικοί διανοούμενοι, όπως ο Σορούς, που ζητούν τον διαχωρισμό θρησκείας και πολιτικής- ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός μετριοπαθών κληρικών τον υποστηρίζει, επίσης. Όπως έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία του Σίίτισμού, είναι πολλοί οι κληρικοί που δεν επιθυμούν να ανακατευθούν στην πολιτική ζωή αλλά προτιμούν να αποσυρθούν σε έναν μοναχικό ασκητισμό. Ένα άλλο πρότυπο μεταρρυθμιστή πολιτικού εί-, αι ο διανοούμενος Μοσέν Καντιβάρ, ο οποίος έχει επικρίνει το κράτος και έχει πληρώσει βαρύ τίμημα γι’ αυτό. Μαζί με τον Νουρί, τον εκδότη της εφημερίδας Χορντάη, έχουν γίνει λαϊκοί ήρωες για τους πολίτες που είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων.
Οι ριζοσπάστες, τέλος, στηρίζουν τον Χαταμί γιατί πιστεύουν ότι το κυριότερο καθήκον για μια ισλαμική εξουσία είναι να φροντίζει για την ανακατανομή του πλούτου επειδή οι οικονομικές ανισότητες υπονομεύουν τη θρησκευτική πίστη και ηθική. Ανά-
μεσα στους ριζοσπάστες υπάρχουν πολλές διαφορετικές τάσεις, με αντικρουόμενες απόψεις σε πολλά θέματα όπως οι σχέσεις με τη Δύση, ο φεμινισμός κ.ά. Μια ισχυρή τάση τους, πάντως, συμπορεύεται με τις απόψεις του Χαταμί για το ν Διάλογο των Πολιτισμών. Ανάμεσά τους βρίσκονται ο ΜουσαβίΧοϊένχα, εκδότης της μεγάλης εφημερίδας Σαλαάμ της Τεχεράνης, και η φεμινίστρια, πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρος του Ιράν, Μασου-μέχ Εμπτεκάρ.
Αυτός που επισκιάζει το σύνθετο σύμπλεγμα κοινοβουλευτικών πολιτικών, κυβερνητικών στελεχών και κομμάτων είναι ο Σαγιέντ Αλί Χαμε-νεΐ, ο Ηγέτης της Επανάστασης, ο οποίος εκλέχθηκε σε αυτό το ανώτερο αξίωμα από μια ειδική συνέλευση ανώτερων κληρικών μετά τον θάνατο του Αγιατολλάχ Ρουχολλάχ Χομεϊνί, τον Ιούνιο του 1989. Σύμφωνα με το μετεπαναστατικό σύνταγμα, η Ηγέτης της Επανάστασης πρέπει να είναι ανώτερος κληρικός καταρτισμένος στον Σιϊτικό Ισλαμικό Νόμο.
Ο Χαμενεΐ προσπαθεί να διατηρήσει μια συνολική πολιτική ισορροπία. Για τον λόγο αυτόν έχει επιλέξει να στελεχώσει τις κρατικές θέσεις με ανθρώπους διαφορετικών ιδεολογικών ρευμάτων για να ισορροπήσει την κυριαρχία του εκτελεστικού τομέα από μετριοπαθείς και μεταρρυθμιστές και του νομοθετικού από ριζοσπάστες.
Ο διάλογος των Πολιτισμών Η αναζήτηση της σύγχρονης ταυτότητας των Ιρανών είναι σήμερα το υπέρτατο πρόβλημα που απασχολεί όλους: νεολαία, διανοούμενους, φοιτητές, καθηγητές και γυναίκες. Το μέλλον της μεταρρύθμισης αυτής στο Ιράν, όσο είναι στην εξουσία ο Χαταμί, φαίνεται θετικό.
Ένας στόχος εξ ίσου σημαντικός με την ανάδειξη της κοινωνίας των πολιτών ως κυρίαρχη τάση στην εσωτερική πολιτική της χώρας είναι ο «Διάλογος των Πολιτισμών» του Χαταμί στην εξωτερική της πολιτική.
Από το 1998, ο Πρόεδρος του Ιράν έχει προσωπικά ασχοληθεί με την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των πολιτισμών, σε αντιπαράθεση με την άποψη που εισήγαγε στους διεθνείς ακαδημαϊκούς και πολιτικούς κύκλους ο Αμερικανός διεθνολόγος καθηγητής Σάμιουελ Χάντιγκτον για τη «Σύγκρουση των Πολιτισμών». Στις 16 Νοεμβρίου 1988, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε τη πρόταση του Ιράν και στις 5 Σεπτεμβρίου 2000 έγινε η επίσημη έναρξη του Έτους Διαλόγου μεταξύ των Πολιτισμών.
Τα τραγικά γεγονότα της 11 ης Σεπτέμβρη στην Αμερική και στη συνέχεια ο πόλεμος του Αφγανιστάν και η εξαγγελία της συνέχειας στην περιοχή του Περσικού Κόλπου και της Μέσης Ανατολής έχουν κλίνει την πλάστιγγα δραματικά προς τη μεριά των οπαδών της σύγκρουσης.
Το Ιράν, επειδή είναι μέλος μια επίλεκτης ομάδας «επικίνδυνων» κρατών, διατηρεί μια ξεχωριστή θέση στην αμερικανική επιθετικότητα. Από τα τέσσερα κράτη του «Άξονα του Κακού» -Ιράν, Ιράκ, Λιβύη και Βόρειο Κορέα- το Ιράν αντιμετωπίζεται με την μεγαλύτερη καχυποψία. Το Ιράκ και η Λιβύη είναι απλές δικτατορίες, η Βόρειος Κορέα ένα κομμουνιστικό καθεστώς μιας περίεργης δυναστείας. Αυτές είναι χώρες που μπορεί να ανεχθούν οι ΗΠΑ, ακόμα κι αν τις περιφρονούν…
Το Ιράν υποστηρίζει την Χεζμπολλά, την λιβανέζικη σιϊτική ομάδα ανταρτών, που είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της «Τσαχάλ», της στρατιωτικής μηχανής του Ισραήλ. Η Τεχεράνη παραμένει, επίσης, ένας από τους κύριους υποστηρικτές των Παλαιστινίων και κάτοχος προηγμένων όπλων μαζικής καταστροφής.
Παρομοίως, οι σημερινοί ηγέτες, όπως έκανε και ο Σάχης, πιστεύουν ότι ο Περσικός Κόλπος είναι επικράτεια του Ιράν και αυτό το διαφυλάσσουν άγρυπνα αποκρούοντας κάθε ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Εξωτερικών Αλί Ακμπάρ Βελαγιατί, «η ασφάλεια του Περσικού Κόλπου είναι αποκλειστική ευθύνη των κρατών της περιοχής…»
Αλλά το Ιράν, που δεν είναι σε καμία περίπτωση μονολιθικά αφιερωμένο στο Ισλάμ όπως το παρουσιάζει η δυτική προπαγάνδα, έχει επιδείξει μια αυξανόμενη προσπάθεια ρεαλισμού στην εξωτερική του πολιτική.
Ο Πρόεδρος Χαταμί έχει σοβαρούς λόγους να φοβάται ότι η συνέχεια αυτής της κατάστασης που προέκυψε μετά τις 11/9 απειλεί όχι μόνο τη χώρα του -που είναι ο πρώτος μετά το Ιράκ αποδιοπομπαίος τράγος- αλλά και άλλες χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα και στο τέλος ολόκληρη την Ευρασία. Αν ο κόσμος δεν αντιδράσει στα σχέδια των πλανηταρχών, τότε «θα βαδίσουμε προς έναν τρομερό πόλεμο», άφησε να εννοηθεί με τα λόγια του στις διάφορες συναντήσεις του στην Αθήνα. Εξαίροντας τον ρόλο της Ελλάδας ως γέφυρας Ευρώπης και Ασίας και αναπτύσσοντας τα επιχειρήματα του με φιλοσοφική μέθοδο, κατάφερε να κάνει πολύ πετυχημένη και γόνιμη την παρουσία του στην χώρα μας.
Ο πρόεδρος τόνισε ότι: «Σήμερα η ανθρωπότητα διψάει για επικράτηση δικαιοσύνης, ειρήνης και σταθερότητας σε παγκόσμιο επίπεδο και επιδιώκει την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ όλων των κρατών». Υπογραμμίζοντας τη σημασία της εδραίωσης ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ των πολιτισμών, είπε: «Οι τέσσερις αρχαίοι πολιτισμοί, του Ιράν, της Ελλάδας, της Αιγύπτου και της Ιταλίας, πρέπει να παρουσιάσουν το ιδανικό πρότυπο για την εδραίωση ενός ουσιαστικού διαλόγου, που στόχο θα έχει την επικράτηση του σεβασμού για τα άλλα κράτη και για ολόκληρη την ανθρωπότητα».
Είναι μια διορατική πρόταση που. μαζί με τις μορφωτικές και εμπορικές συμφωνίες που υπογράφηκαν, ανοίγουν νέες ευκαιρίες για τους Έλληνες προς τη …«χαμένη» Ανατολή μας, η ποίηση και η φιλοσοφία της οποίας παραμένει πάντα μια πρόκληση και μια πρόσκληση στην κουρασμένη για δεκαετίες ελληνική ψυχή από τις οικονομικές μωρολογίες των δυτικοθρεμμένων λογιστών…