Αρχική » Πόσο βαθιά είναι η σήψη στον ρωσικό στρατό;

Πόσο βαθιά είναι η σήψη στον ρωσικό στρατό;

από Αναδημοσιεύσεις

Το φιάσκο στην Ουκρανία θα μπορούσε να είναι αντανάκλαση κακής στρατηγικής ή κακής μαχητικής ισχύος

Από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Η οργάνωση της μεγαλύτερης στρατιωτικής άσκησης του ΝΑΤΟ από τον Ψυχρό Πόλεμο απασχόλησε τον ναύαρχο Τζέιμς Φόγκο, τότε διοικητή των αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων στην Ευρώπη και την Αφρική, όλο το καλοκαίρι του 2018. Η άσκηση Trident Juncture επρόκειτο να συγκεντρώσει 50.000 άτομα, 250 αεροσκάφη και 65 πολεμικά πλοία στον Αρκτικό Κύκλο της Ευρώπης τον Οκτώβριο. Όσο και αν ακούγεται δύσκολο από υλικοτεχνική άποψη, ήταν μικρό σε σύγκριση με αυτό που σχεδίαζε η Ρωσία στη Σιβηρία τον Σεπτέμβριο. Οι ασκήσεις Βοστόκ θα ήταν οι μεγαλύτερες από τις ασκήσεις-μαμούθ Ζαπάντ της Σοβιετικής Ένωσης το 1981, καυχιόταν ο υπουργός Άμυνας της Ρωσίας Σεργκέι Σόιγκου: θα συμμετείχαν 300.000 στρατιώτες, 1.000 αεροσκάφη και 80 πολεμικά πλοία.

Αυτό ήταν τεράστιο επίτευγμα. «Η μεταφορά 50.000 ανθρώπων στο πεδίο ήταν μεγάλη πρόκληση για εμάς», θυμήθηκε πρόσφατα ο ναύαρχος Φόγκο. «Πώς το έκαναν [οι Ρώσοι] αυτό;» Η απάντηση, κατάλαβε, τελικά, ήταν ότι δεν το έκαναν. Λόχοι (150 στρατιώτες το πολύ) στην άσκηση Βοστόκ μετρήθηκαν ως τάγματα ή ακόμα και συντάγματα (γύρω στους 1.000). Μεμονωμένα πολεμικά πλοία λογίστηκαν ως ολόκληρες μοίρες. Αυτή η «λαθροχειρία» μπορεί να ήταν προειδοποιητικό σημάδι ότι δεν ήταν όλα όπως φαινόταν στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, ακόμη και πριν αυτές βαλτώσουν στα προάστια του Κιέβου.

«Δεν είναι επαγγελματικός στρατός εκεί έξω», είπε ο ναύαρχος Φόγκο. «Μοιάζει με συνονθύλευμα απειθάρχητου όχλου». Από τότε που εισέβαλαν στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, οι ρωσικές δυνάμεις κατάφεραν να καταλάβουν μόνο μια μεγάλη πόλη, τη Χερσώνα, μαζί με τα ερείπια της Μαριούπολης και τα κομμάτια του Ντονμπάς, της ανατολικής βιομηχανικής περιοχής που κατέλαβαν εν μέρει το 2014 και τώρα ελπίζουν να την κατακτήσουν στο σύνολό της. Αυτό το πενιχρό αποτέλεσμα στοίχισε τη ζωή σε 15.000 Ρώσους στρατιώτες, σύμφωνα με πρόσφατη βρετανική εκτίμηση, υπερβαίνοντας σε δύο μήνες τις σοβιετικές απώλειες στη δεκαετία πολέμου στο Αφγανιστάν. Η εισβολή ήταν ξεκάθαρα φιάσκο, αλλά πόσο αντανακλά με ακρίβεια τις στρατιωτικές δυνατότητες της Ρωσίας, αναρωτιούνται έκπληκτοι οι δυτικοί στρατηγοί.

Την παραμονή του πολέμου, η δύναμη εισβολής της Ρωσίας θεωρήθηκε τρομερή. Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών υπολόγισαν ότι το Κίεβο θα έπεφτε σε λίγες μέρες. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε να κρατήσει μόνο για μερικές εβδομάδες. Κανείς δεν πίστευε ότι η πόλη θα υποδεχόταν αξιωματούχους όπως ο Άντονι Μπλίνκεν και ο Λόιντ Όστιν, υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας της Αμερικής αντίστοιχα, δύο μήνες μετά την έναρξη των μαχών. Η πεποίθηση ήταν ότι η Ρωσία θα έκανε στην Ουκρανία ό,τι είχε κάνει η Αμερική στο Ιράκ το 1991: σοκ και δέος υποταγής με γρήγορη, αποφασιστική εκστρατεία.

Αυτή η πεποίθηση βασίστηκε στην υπόθεση ότι η Ρωσία είχε αναλάβει το ίδιο είδος στρατιωτικής μεταρρύθμισης που υπέστη η Αμερική στη 18χρονη περίοδο μεταξύ της ήττας της στο Βιετνάμ και της νίκης της στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου. Το 2008, ο πόλεμος με τη Γεωργία, χώρα με λιγότερους από 4 εκατομμύρια κατοίκους, αν και τελικά επιτυχής, είχε αποκαλύψει τις αδυναμίες του ρωσικού στρατού. Η Ρωσία διέθετε απαρχαιωμένο εξοπλισμό, πάλεψε να στοχοποιήσει το γεωργιανό πυροβολικό και απέτυχε στη διοίκηση και τον έλεγχό των μονάδων της. Κάποια στιγμή, το γενικό επιτελείο της Ρωσίας φέρεται να μην μπορούσε να επικοινωνήσει με τον υπουργό Άμυνας για δέκα ώρες. «Είναι αδύνατο να μην παρατηρήσετε κάποιο χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης», αναγνώρισε τότε ο αρχηγός του ρωσικού στρατού. Για να καλυφθεί αυτό το χάσμα, οι ένοπλες δυνάμεις περικόπηκαν σε μέγεθος και αναμορφώθηκαν.

Υπέρμετρη φιλοδοξία

Οι ρωσικές στρατιωτικές δαπάνες, όταν μετρηθούν σωστά – δηλαδή σε συναλλαγματικές ισοτιμίες προσαρμοσμένες στην αγοραστική δύναμη – σχεδόν διπλασιάστηκαν μεταξύ 2008 και 2021, αυξηθήθηκαν πάνω από 250 δισ. δολάρια, περίπου τριπλάσιο από το επίπεδο της Βρετανίας ή της Γαλλίας. Περίπου 600 νέα αεροπλάνα, 840 ελικόπτερα και 2.300 drones προστέθηκαν στο οπλοστάσιο μεταξύ 2010 και 2020. Νέα άρματα μάχης και πύραυλοι επιδεικνύονταν στις παρελάσεις στη Μόσχα. Η Ρωσία δοκίμασε νέες τακτικές και εξοπλισμό στο Ντονμπάς, μετά την πρώτη της εισβολή στην Ουκρανία το 2014, και στην εκστρατεία της να στηρίξει τον Μπασάρ αλ Άσαντ, τον δικτάτορα της Συρίας, το επόμενο έτος.

Απόστρατος Ευρωπαίος στρατηγός λέει ότι βλέποντας αυτό το νέο μοντέλο στρατού να αποτυγχάνει του θυμίζει όταν επισκέφτηκε την Ανατολική Γερμανία και την Πολωνία μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και είδε τον εχθρό από κοντά. «Συνειδητοποιήσαμε πόσο σκ… ήταν η 3η Στρατιά Κρούσης», λέει, αναφερόμενος σε έναν πολύ-προβεβλημένο σοβιετικό σχηματισμό με έδρα το Μαγδεμβούργο. «Επιτρέψαμε και πάλι να αποδεχτούμε κάποια από την προπαγάνδα που μας τάισαν». Ο στρατός της Ρωσίας ήταν γνωστό ότι είχε προβλήματα, λέει ο Πετρ Πάβελ, απόστρατος Τσέχος στρατηγός που προήδρευσε της στρατιωτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ το 2015-18, «αλλά το εύρος των προβλημάτων ήταν έκπληξη για πολλούς, συμπεριλαμβανομένου και εμού – πίστευα ότι οι Ρώσοι είχαν πάρει μαθήματα».

Η επιεικής ερμηνεία είναι ότι ο ρωσικός στρατός έχει ταλαιπωρηθεί στην Ουκρανία λιγότερο από τις δικές του ελλείψεις και περισσότερο από τις αυταπάτες του κ. Πούτιν. Η επιμονή του να σχεδιάζει τον πόλεμο με μυστικότητα περιέπλεξε τον στρατιωτικό σχεδιασμό. Η FSB, διάδοχος της KGB, του είπε ότι η Ουκρανία ήταν γεμάτη από Ρώσους πράκτορες και θα καταρρεύσει γρήγορα. Αυτό μάλλον οδήγησε στην ανόητη απόφαση για την έναρξη του πολέμου στέλνοντας ελαφρά οπλισμένους αλεξιπτωτιστές να καταλάβουν αεροδρόμιο στα περίχωρα του Κιέβου και μεμονωμένες τεθωρακισμένες φάλαγγες για να προελαύσουν προς την πόλη του Χάρκοβο, προκαλώντας μεγάλες απώλειες σε επίλεκτες μονάδες.

Ωστόσο, έχοντας αποτύχει σε αυτή την αιφνίδια επίθεση, ο στρατός επέλεξε στη συνέχεια να επιτεθεί στη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης από διάφορες κατευθύνσεις, χωρίζοντας περίπου 120 τακτικές ομάδες τάγματος (BTG) σε πολλές αναποτελεσματικές και απομονωμένες δυνάμεις. Το αποτέλεσμα ήταν οι κακές τακτικές να ενισχύσουν την κακή στρατηγική: τεθωρακισμένα, πεζικό και πυροβολικό έδωσαν τις δικές τους αποσυντονισμένες μάχες. Αντί τα άρματα μάχης να προστατεύονται από το πεζικό, όπως έπρεπε, περιφέρονταν μόνα τους, και έπεφταν θύματα σε ουκρανικές ενέδρες. Το πυροβολικό, το στήριγμα του ρωσικού στρατού από την τσαρική εποχή, αν και βομβάρδιζε με αγριότητα πόλεις όπως το Χάρκοβο και τη Μαριούπολη, δεν μπορούσε να διασπάσει τις ουκρανικές γραμμές γύρω από το Κίεβο.

Πολλαπλασιασμός προβλημάτων

Τις τελευταίες εβδομάδες αξιωματούχοι και ειδικοί έχουν συζητήσει τα αίτια της ρωσικής αποτυχίας. Μερικοί έχουν κάνει συγκρίσεις με την κατάρρευση του γαλλικού στρατού το 1940. Αλλά η αναλογία δεν είναι κατάλληλη, λέει Κρίστοφερ Ντάουερτι, πρώην υπεύθυνος σχεδίων του Πενταγώνου. «Η Γαλλία απέτυχε επειδή ακολούθησε κακό δόγμα», λέει. «Η Ρωσία αποτυγχάνει εν μέρει επειδή δεν ακολουθεί το δόγμα της ή τις βασικές αρχές πολέμου».

Η απειρία είναι μέρος του προβλήματος. Όπως σημείωσε κάποτε ο ιστορικός Μάικλ Χάουαρντ, η γνώση που αποκτά ο στρατιωτικός «είναι σχεδόν μοναδική στο ότι μπορεί να χρειαστεί να την ασκήσει μόνο μία φορά στη ζωή του, αν καν τόσο συχνά. Είναι σαν ένας χειρουργός να έπρεπε να εξασκηθεί όλη του τη ζωή σε ανδρείκελα για να κάνει μια μόνο πραγματική επέμβαση». Η Αμερική χειρίζεται το νυστέρι σχεδόν αδιάκοπα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, στο Ιράκ, στα Βαλκάνια, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη, στη Συρία και ούτω καθεξής. Η Ρωσία δεν έχει πολεμήσει σε τέτοια μεγέθη εναντίον ενός οργανωμένου στρατού από τότε που κατέλαβε τη Μαντζουρία από την Ιαπωνία το 1945.

Πράγματα που θα μπορούσε να κάνει σε μικρότερους πολέμους, στο Ντονμπάς και τη Συρία – όπως η χρήση ηλεκτρονικών αισθητήρων σε drones για να αναπροσδιορίζει στόχους για το πυροβολικό – έχουν αποδειχθεί πιο δύσκολα σε μεγαλύτερη κλίμακα. Και τα πράγματα που φάνηκαν εύκολα στους πολέμους της Αμερικής, όπως η εξάλειψη της αεροπορικής άμυνας ενός εχθρού, είναι στην πραγματικότητα αρκετά δύσκολα. Η Πολεμική Αεροπορία της Ρωσίας πραγματοποιεί πολλές εκατοντάδες εξόδους την ημέρα, αλλά εξακολουθεί να παλεύει να εντοπίσει και να χτυπήσει κινούμενους στόχους και εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μη-καθοδηγούμενες ή «χαζές» βόμβες που μπορούν να ρίξουν με ακρίβεια μόνο από χαμηλά υψόμετρα, εκθέτοντας τα αεροπλάνα της σε αντιαεροπορικά πυρά.

Όλοι οι στρατοί κάνουν λάθη. Κάποιοι κάνουν περισσότερα από άλλους. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των καλών στρατών είναι ότι μαθαίνουν από τα λάθη τους γρήγορα. Εγκαταλείποντας το Κίεβο, εστιάζοντας στο Ντονμπάς και βάζοντας έναν μόνο στρατηγό, τον Αλεξάντερ Ντβόρνικοφ, επικεφαλής της ασυντόνιστης εκστρατείας, η Ρωσία δείχνει καθυστερημένα σημάδια προσαρμογής. Στις αρχές Απριλίου, ένας δυτικός αξιωματούχος, όταν ρωτήθηκε εάν η Ρωσία βελτιώνεται σε τακτικό επίπεδο, παρατήρησε ότι οι θωρακισμένες φάλαγγες εξακολουθούσαν να στέλνονται χωρίς υποστήριξη και εφ’ ενός ζυγού σε εδάφη υπό ουκρανική κατοχή που είναι τακτική αυτοκτονίας. Στις 27 Απριλίου, ένας άλλος αξιωματούχος είπε ότι οι ρωσικές δυνάμεις στο Ντονμπάς φαίνονταν απρόθυμες ή ανίκανες να προελαύσουν υπό ισχυρή βροχόπτωση.

Εν μέρει, τα δεινά της Ρωσίας οφείλονται στην ηρωική αντίσταση της Ουκρανίας, που τροφοδοτείται από έναν χείμαρρο δυτικών όπλων και πληροφοριών. «Αλλά εξίσου μεγάλη σημασία για την συντριβή των ρωσικών ψευδαισθήσεων αποδίδεται σε ένα φαινόμενο γνωστό από καιρό στους στρατιωτικούς κοινωνιολόγους», γράφει ο Έλιοτ Κοέν του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, «ότι οι στρατοί, σε γενικές γραμμές, αντανακλούν τις ιδιότητες των κοινωνιών από τις οποίες αναδύονται». Το κράτος της Ρωσίας, λέει ο κ. Κοέν, «στηρίζεται στη διαφθορά, τα ψέματα, την ανομία και τον εξαναγκασμό». Όλα αυτά έχουν αποκαλυφθεί από τον ρωσικό στρατό σε αυτόν τον πόλεμο.

«Έβαλαν πολλά χρήματα στον εκσυγχρονισμό», λέει ο στρατηγός Πάβελ. «Αλλά πολλά από αυτά τα χρήματα χάθηκαν στη διαδρομή». Η διαφθορά σίγουρα εξηγεί γιατί τα ρωσικά οχήματα ήταν εξοπλισμένα με φθηνά κινέζικα ελαστικά και έτσι βρέθηκαν κολλημένα στην ουκρανική λάσπη. Μπορεί επίσης να εξηγήσει γιατί τόσες πολλές ρωσικές μονάδες βρέθηκαν χωρίς κρυπτογραφημένα ραδιόφωνα και αναγκάστηκαν να βασιστούν σε ανασφαλή πολιτικά υποκατάστατα ή ακόμα και σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας της Ουκρανίας. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί κάλλιστα να συνέβαλε στις απώλειες Ρώσων στρατηγών (η Ουκρανία ισχυρίζεται ότι σκότωσε δέκα από αυτούς), καθώς οι επικοινωνίες τους στην πρώτη γραμμή θα ήταν ευκολότερο να υποκλαπούν.

Ωστόσο, η διαφθορά δεν μπορεί να είναι από μόνη της η αιτία. Η Ουκρανία είναι επίσης διεφθαρμένη, και όχι πολύ λιγότερο από τη Ρωσία: βρίσκονται στην 122η και 136η θέση αντίστοιχα στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς που δημοσιεύεται από τη Διεθνή Διαφάνεια. Αυτό στο οποίο πραγματικά ξεχωρίζουν οι δύο στρατοί είναι το μαχητικό πνεύμα. Οι Ουκρανοί στρατιώτες δίνουν μάχη για την επιβίωση της χώρας τους. Πολλοί Ρώσοι δεν ήξεραν καν ότι θα πήγαιναν σε πόλεμο μέχρι που διατάχθηκαν να περάσουν τα σύνορα. Ευρωπαίος αξιωματούχος  υπηρεσιών πληροφοριών λέει ότι οι στρατεύσιμοι -τους οποίους ο κ. Πούτιν έχει επανειλημμένα και δημόσια υποσχεθεί ότι δεν θα στείλει σε πόλεμο- αντιστάθηκαν στην πίεση να υπογράψουν συμβάσεις που θα τους μετατρέψουν σε επαγγελματίες στρατιώτες. άλλοι αρνήθηκαν εντελώς την στράτευση. Ο αξιωματούχος λέει ότι οι μονάδες που επηρεάζονται περιλαμβάνουν την 106η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία Φρουρών και το 51ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών Φρουρών, που αποτελούν μέρος των πλασματικά ελίτ αερομεταφερόμενων δυνάμεων VDV, και το 423ο Σύνταγμα Μηχανοκίνητων Τυφεκιοφόρων, μονάδα σημαντικής μεραρχίας αρμάτων μάχης.

Πλήθος δυσκολιών

Οι στρατιώτες που έχουν ανεπαρκή εκπαίδευση και ανεπαρκή κίνητρα αποτελούν παθητικό σε κάθε σύγκρουση. Είναι ιδιαίτερα ακατάλληλοι για την πολυπλοκότητα του σύγχρονου πολέμου συνδυασμένων όπλων, που απαιτεί άρματα μάχης, πεζικό, πυροβολικό και αεροπορική δύναμη να λειτουργούν συγχρονισμένα. Το να επιχειρήσει κανείς τέτοιο τρομακτικό συντονισμό στην Ουκρανία με κατηφείς έφηβους, που είχαν πιεστεί να υπηρετήσουν, ταΐστηκαν με ληγμένα σιτηρέσια και εξοπλίστηκαν με κακοσυντηρημένα οχήματα ήταν το αποκορύφωμα της αισιοδοξίας.

Τέτοια επιχείρηση απαιτεί, τουλάχιστον, υγιή ηγεσία, η οποία  ήταν επίσης σε έλλειψη. Οι υπαξιωματικοί – ένστολοι που εκπαιδεύουν και επιβλέπουν στρατιώτες – αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των ενόπλων δυνάμεων του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία δεν έχει συγκρίσιμα στελέχη. Υπάρχουν «πάρα πολλοί συνταγματάρχες και όχι αρκετοί δεκανείς», λέει Ευρωπαίος αξιωματούχος άμυνας. Η εκπαίδευση του προσωπικού είναι άκαμπτη και ξεπερασμένη, λέει, με εμμονή στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και με ελάχιστη μελέτη νεότερων συγκρούσεων. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί το δόγμα πετάχτηκε στα σκουπίδια. Οι ελιγμοί που φαίνονταν εύκολοι στο Βοστόκ και άλλες «χορογραφημένες» ασκήσεις αποδείχθηκαν πιο δύσκολο να αναπαραχθούν κάτω από πυρά και εκτός έδρας.

Στο βαθμό που οι Ρώσοι αξιωματικοί έχουν μελετήσει τη στρατιωτική τους ιστορία, φαίνεται να έχουν αποσπάσει τα χειρότερα μαθήματα από τους πολέμους στο Αφγανιστάν, την Τσετσενία και τη Συρία. Κατά τη διάρκεια της κατοχής τους στη βόρεια Ουκρανία, οι Ρώσοι στρατιώτες όχι μόνο έπιναν πολύ και λεηλατούσαν σπίτια και καταστήματα, αλλά δολοφόνησαν και μεγάλο αριθμό αμάχων. Κάποιοι έχουν ανταμειφθεί γι’ αυτό. Στις 18 Απριλίου η 64η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία Πεζικού, που κατηγορήθηκε για σφαγές αμάχων στην Μπούτσα, παρασημοφορήθηκε από τον κ. Πούτιν για τον «μαζικό ηρωισμό και το θάρρος» της και της δόθηκε η τιμή να γίνει μονάδα «Φρουρά».

Τα εγκλήματα πολέμου δεν είναι πάντα παράλογα. Μπορούν να εξυπηρετούν πολιτικό σκοπό, όπως τη τρομοκράτηση του πληθυσμού ώστε να υποταγεί. Ούτε είναι ασύμβατες με τις στρατιωτικές ικανότητες: η Βέρμαχτ της Ναζιστικής Γερμανίας ήταν καλή τόσο στις μάχες όσο και στις δολοφονίες. Αλλά η θηριωδία μπορεί επίσης να είναι αντιπαραγωγική, εμπνέοντας τον εχθρό να πολεμήσει με επιμονή αντί να παραδοθεί και να κινδυνεύσει να σκοτωθεί ούτως ή άλλως.

Η αγριότητα και η σύγχυση των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία συνάδει με την πρόσφατη συμπεριφορά τους στη Συρία. Οι βομβαρδισμοί των ουκρανικών νοσοκομείων απηχούν τους βομβαρδισμούς τους υγειονομικών εγκαταστάσεων στη Συρία. Με την ίδια λογική, Ισραηλινοί στρατιωτικοί που παρακολουθούσαν στενά τη ρωσική αεροπορία στη Συρία έμειναν έκπληκτοι από την ταλαιπωρία τους από την αντιαεροπορική άμυνα, την πρόσκτηση στόχων και τις πτήσεις σε μεγάλο υψόμετρο. Σε κάποιο στάδιο θεώρησαν ότι η εμπλοκή συριακών αεροπορικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις ήταν η μόνη εύλογη εξήγηση για τόσο χαμηλό επίπεδο επαγγελματισμού.

Στο τέλος κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία δεν είχε την εκπαίδευση, το δόγμα και την εμπειρία για να αξιοποιήσει στο έπακρο τα προηγμένα πολεμικά αεροπλάνα της. Οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί πιλότοι έμειναν έκπληκτοι, τόσο κατά την διάρκεια πολεμικών επιχειρήσεων όσο και κατά τη διάρκεια της καθημερινής τους δουλειάς ως πιλότοι αεροπορικών εταιρειών, από την ωμή προσέγγιση της Ρωσίας στον ηλεκτρονικό πόλεμο, η οποία περιελάμβανε μπλοκάρισμα των σημάτων GPS σε τεράστιες εκτάσεις της ανατολικής Μεσογείου, μερικές φορές για εβδομάδες κάθε φορά. Όταν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία καθηλώθηκε, οι Ισραηλινοί αναλυτές συνειδητοποίησαν ότι οι ρωσικές χερσαίες δυνάμεις επλήγησαν από πολλά από τα ίδια προβλήματα.

Μερικοί από τους σημαντικότερους διπλωματικούς εταίρους της Ρωσίας φαίνεται να αντλούν το ίδιο μάθημα. Ο Σιέντ Άτα Χασνεΐν, απόστρατος Ινδός στρατηγός που κάποτε διοικούσε τις δυνάμεις της Ινδίας στο Κασμίρ, επισημαίνει «τη ρωσική ανικανότητα στο πεδίο», που έχει τις ρίζες της στην «ύβρη και την απροθυμία να ακολουθηθούν βασικά στρατιωτικά αξιώματα που έχουν δοκιμαστεί από το χρόνο». Ομάδα συνταξιούχων Ινδών διπλωματών και στρατηγών που συνδέονται με το εθνικιστικό think-tank που πρόσκειται στην ινδική κυβέρνηση Vivekananda International Foundation, συζήτησε πρόσφατα την «ορατή και άθλια έλλειψη προετοιμασίας» και τη «σοβαρή υλικοτεχνική ανικανότητα» της Ρωσίας. Το γεγονός ότι η Ινδία είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικών όπλων προσέδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο συμπέρασμα: «Η θεωρούμενη υπεροχή της ποιότητας της ρωσικής τεχνολογίας αμφισβητείται όλο και περισσότερο»—αν και μεγάλο μέρος του ίδιου εξοπλισμού, φυσικά, χρησιμοποιεί και η Ουκρανία.

Παρόμοια διαδικασία επαναξιολόγησης βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη στις δυτικές ένοπλες δυνάμεις. Μια πλευρά υποστηρίζει ότι η ρωσική απειλή για το ΝΑΤΟ δεν είναι τόσο μεγάλη όσο φοβόταν. «Η φήμη του ρωσικού στρατού έχει πληγεί και θα χρειαστεί μια γενιά για να ανακάμψει», αναφέρει πρόσφατη αξιολόγηση κυβέρνησης χώρας του ΝΑΤΟ. «Έχει αποδειχθεί ότι αξίζει λιγότερο από το άθροισμα των μερών της σε σύγχρονο, πολύπλοκο, πολυδιάστατο πεδίο μάχης». Αλλά, άλλη σχολή σκέψης προειδοποιεί για βεβιασμένες κρίσεις. Είναι πολύ νωρίς για να αντληθούν ευρεία μαθήματα, προειδοποιεί ανώτερος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, καθώς ο πόλεμος μαίνεται ακόμα και οι δύο πλευρές προσαρμόζονται.

Αν ένα από τα λάθη της Ρωσίας ήταν να αντλήσει ψευδή αίσθηση εμπιστοσύνης από την επιτυχία της στην κατάληψη της Κριμαίας από την Ουκρανία το 2014 και στην αποτροπή της πτώσης του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία το 2015, υπάρχει παρόμοιος κίνδυνος οι εχθροί της Ρωσίας να συναγάγουν πάρα πολλά από την τρέχουσα καταστροφή στην Ουκρανία. Ο Μάικλ Κόφμαν του think tank CNA, αναγνωρίζει ότι αυτός και άλλοι ειδικοί «υπερεκτίμησαν τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων…και υποτίμησαν τη σήψη υπό τον Σόιγκου». Αλλά σημειώνει ότι το πλαίσιο είναι το παν. Τα τελευταία χρόνια, τα σενάρια που απασχόλησαν σχεδιαστές του ΝΑΤΟ δεν ήταν πόλεμοι της κλίμακας του σημερινού, αλλά πιο μετριοπαθείς και ρεαλιστικές επιχειρήσεις, όπως πιθανή ρωσική εισβολή σε τμήματα των χωρών της Βαλτικής ή η κατάληψη νησιών όπως το Σβάλμπαρντ της Νορβηγίας.

Πόλεμοι σαν αυτόν θα μπορούσαν να εξελιχθούν πολύ διαφορετικά από το φιάσκο στην Ουκρανία. Θα ξεκινούσαν με ένα στενότερο μέτωπο, με εμπλοκή λιγότερων δυνάμεων και με λιγότερη πίεση στην επιμελητεία, λέει ο κ. Κόφμαν. Ούτε το Κρεμλίνο ούτε το ρωσικό γενικό επιτελείο θα υποτιμούσαν απαραίτητα το ΝΑΤΟ με τον τρόπο που λανθασμένα υποτίμησαν τον ουκρανικό στρατό. Και αν η ρωσική κυβέρνηση δεν προσπαθούσε να υποβαθμίσει μια μελλοντική σύγκρουση ως τίποτα περισσότερο από «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως έκανε στην Ουκρανία, θα μπορούσε να κινητοποιήσει εφέδρους και στρατεύσιμους σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό. Πολλές κρίσιμες ρωσικές δυνατότητες, όπως αντιδορυφορικά όπλα και προηγμένα υποβρύχια, είναι άγνωστο αν έχουν δοκιμαστεί στην Ουκρανία.

Η γεωγραφία είναι επίσης σημαντική. Ενώ η ρωσική επιμελητεία «θυμίζει παράξενα» τον παλιό σοβιετικό στρατό, λέει ο Ρόναλντ Τάι, ειδικός στα στρατιωτικά logistics που δίνει διαλέξεις στο Baltic Defense College στην Εσθονία, η εξάρτησή τους από τους σιδηροδρόμους θα ήταν λιγότερο πρόβλημα σε πιθανή επίθεση στα κράτη της Βαλτικής. «Επιχείρηση τετελεσμένου γεγονότος όπου καταλαμβάνουν κομμάτι της εσθονικής επικράτειας είναι μέσα στις δυνατότητές τους», λέει ο κ. Τάι, «επειδή μπορούν πολύ εύκολα να το εφοδιάσουν από σιδηροδρομικούς κόμβους». (Το αν η ρωσική αεροπορία, με την απειρία και τις αδυναμίες της που τώρα φαίνονται, θα μπορούσαν να προστατεύσουν αυτές τις σιδηροδρομικές γραμμές από αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ είναι άλλο θέμα.)

Πληθώρα μαθημάτων

Ο κ. Κόφμαν πιστεύει ότι το ερώτημα «πόσα σε αυτόν τον πόλεμο μπορούν να αποδοθούν σε ένα κακό στρατό, που με σημαντικούς τρόπους έχει καταδειχτεί ξεκάθαρα, και κατά πόσο μπορεί να αποδοθεί σε ένα πραγματικά φρικτό σχέδιο» δεν έχει ακόμη απαντηθεί. Και όμως η απάντηση είναι απαραίτητη. Σε μια θεμελιώδη μελέτη το 1995, ο Τζέιμς Φίαρον, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, υποστήριξε ότι δαπανηροί και καταστροφικοί πόλεμοι που οι ορθολογικές κυβερνήσεις θα προτιμούσαν να αποτρέψουν μέσω διαπραγματεύσεων μπορούν ωστόσο να συμβούν λόγω εσφαλμένων υπολογισμών σχετικά με τις δυνατότητες της άλλης πλευράς. Θεωρητικά, μια ειρηνευτική συμφωνία για να αποτραπεί ο πόλεμος θα αντανακλά τη σχετική ισχύ των δύο πιθανών αντιπάλων. Αλλά οι δύο πλευρές μπορεί να αποτύχουν να καταλήξουν σε μια τέτοια συμφωνία, επειδή αυτή η σχετική ισχύς δεν είναι πάντα προφανής.

«Οι ηγέτες γνωρίζουν πράγματα για τις στρατιωτικές τους δυνατότητες και την προθυμία τους να πολεμήσουν που άλλα κράτη δεν γνωρίζουν», έγραψε ο Φίαρον, «και σε διαπραγματευτικές καταστάσεις μπορούν να έχουν κίνητρα να παραποιήσουν τέτοιες ιδιωτικές πληροφορίες προκειμένου να επιτύχουν μια καλύτερη συμφωνία». Αυτό εξηγεί γιατί η Ρωσία διόγκωσε σε τόσο παράλογο βαθμό ​​τις υποτιθέμενες ικανότητες της στις ασκήσεις Βοστόκ. Και μπορεί αυτό το τέχνασμα να πετύχει. «Υποψιάζομαι ότι πολλοί από εμάς παρασυρθήκαμε από τις παρελάσεις της Ημέρας της Νίκης που μας έδειξαν όλα τα καλογυαλισμένα κομμάτια εξοπλισμού», λέει ο Ευρωπαίος στρατηγός.

Η μάχη για το Ντονμπάς δεν θα διευθετήσει πλήρως αυτή τη συζήτηση. Ρωσικός στρατός που επικρατεί σε πόλεμο φθοράς μέσω της καθαρής δύναμης πυρός και της μάζας θα εξακολουθούσε να απέχει πολύ από την ευκίνητη, υψηλής τεχνολογίας δύναμη που διαφημιζόταν την τελευταία δεκαετία. Το πιο πιθανό είναι ότι οι δυνάμεις της Ρωσίας θα εξαντληθούν πολύ προτού επιτύχουν τους στόχους τους στη νότια και ανατολική Ουκρανία, πόσο μάλλον πριν κάνουν και άλλη απόπειρα εναντίον του Κιέβου. Οι στρατιωτικοί σχεδιαστές του κόσμου θα παρακολουθούν όχι μόνο πόσο μακριά θα φτάσει η Ρωσία τις επόμενες εβδομάδες, αλλά και τι λέει για την ανθεκτικότητα, την προσαρμοστικότητα και την ηγεσία των δυνάμεών της. Όπως ένα μαχαίρι που μπήγεται σε πολυκαιρισμένο διαβρωμένο ξύλο, η πρόοδος της εκστρατείας θα αποκαλύψει πόσο βαθιά πάει η σήψη.

Διαβάστε επίσης:

Ο βάλτος της Ουκρανίας

Περί ρωσικού “στρατηγήματος” και “Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης” στην Ουκρανία

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ