Αρχική » Σφαγιάστηκαν πράγματι τα θύματα του Ρατσάκ;

Σφαγιάστηκαν πράγματι τα θύματα του Ρατσάκ;

από Άρδην - Ρήξη

του Κροστόφ Σατλό, από το Άρδην τ. 19-20, Απρίλιος-Ιούνιος 1999

Η εκδοχή των γεγονότων, όπως τα περιέγραψαν οι Κοσσοβάροι, αφήνει μερικά αναπάντητα ερωτήματα. Το Βελιγράδι υποστηρίζει ότι τα σαράντα πέντε θύματα ήταν “τρομοκράτες” του UCK “που σκοτώθηκαν στη- διάρκεια μάχης”, αλλά δεν δέχεται καμία διεθνή έρευνα.

Δεν είναι, όμως, η σφαγή του Ρατσάκ υπερβολικά τέλεια; Νεότερες περιγραφές αυτόπτων μαρτύρων που δημοσιεύτηκαν τη Δευτέρα 18 Ιανουαρίου στη Le Monde, δημιουργούν αμφιβολίες σχετικά με την πραγματικότητα του φρικτού θεάματος στοιβαγμένων σωμάτων δεκάδων Αλβανών που πιθανώς εκτελέστηκαν μαζικά από τις σερβικές δυνάμεις ασφαλείας, την περασμένη Παρασκευή. Άραγε, τα θύματα εκτελέστηκαν εν ψυχρώ, όπως υποστηρίζει ο UCK ή σκοτώθηκαν στη διάρκεια μάχης, όπως αναφέρουν οι Σέρβοι;

Σύμφωνα με την εκδοχή που δημοσιεύτηκε και αναμεταδόθηκε από τον τύπο και τους παρατηρητές της ερευνητικής αποστολής του Κοσσυφοπεδίου (KVM) που έστειλε ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), η σφαγή συνέβη στις 15 Ιανουαρίου, νωρίς το απόγευμα. Μασκοφόροι της σερβικής αστυνομίας εισέβαλαν στο χωριό Ρατσάκ το οποίο είχε βομβαρδιστεί όλο το πρωί από τεθωρακισμένα του γιουγκοσλαβικού στρατού. Έσπασαν τις πόρτες και εισέβαλαν στα σπίτια, διατάζοντας τις γυναίκες να παραμείνουν εκεί, ενώ εξανάγκασαν τους άνδρες να τους ακολουθήσουν ως την άκρη του χωριού όπου και τους εκτέλεσαν ψυχρά με μια σφαίρα στον κρόταφο, αφού πρώτα βασάνισαν και ακρωτηρίασαν αρκετούς. Μερικοί μάρτυρες ανέφεραν ακόμη ότι οι Σέρβοι τραγουδούσαν, όση ώρα έκαναν τη βρώμικη δουλειά τους, προτού εγκαταλείψουν το χωριό, γύρω στις 3:30 το απόγευμα.

Οι περιγραφές δύο δημοσιογράφων από την τηλεόραση του Associated Press (ΑΡ TV) που κατέγραψε με κάμερα την αστυνομική επιχείρηση στο Ρατσάκ, αντιφάσκουν σε σχέση με τα παραπάνω. Όταν στις 10 π.μ. εισέβαλαν στο χωριό πίσω από ένα τεθωρακισμένο όχημα της αστυνομίας, το χωριό ήταν σχεδόν έρημο. Προέλασαν μέσα απ’ τους δρόμους κάτω από τα πυρά των μαχητών του UCK, που είχαν στήσει ενέδρα στα δάση πάνω απ’ το χωριό. Η ανταλλαγή πυρών συνεχίστηκε σ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης με αυξομειούμενη ένταση. Η κυρίως σύγκρουση έγινε στα δάση.

Οι Αλβανοί που είχαν εγκαταλείψει το χωριό, με τους πρώτους σερβικούς βομβαρδισμούς την αυγή, προσπάθησαν δραπετεύσουν. Εκεί έπεσαν στα χέρια της σερβικής αστυνομίας που είχε περικυκλώσει το χωριό. Οι άνδρες του UCK παγιδεύτηκαν.

Ο στόχος της βίαιης αστυνομικής επίθεσης της Παρασκευής ήταν ένα οχυρό των Αλβανών μαχητών του UCK. Πράγματι, όλοι οι κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει το Ρατσάκ κατά τη διάρκεια της τρομερής σερβικής επίθεσης το καλοκαίρι του 1998. Δεν είχαν επιστρέψει, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. “Μόνο από δύο καμινάδες έβγαινε καπνός”, παρατήρησε ο ένας από τους ανταποκριτές της ΑΡ TV.

Η σερβική επιχείρηση, έτσι, δεν προκάλεσε έκπληξη, ούτε ήταν μυστική. Το πρωί της επίθεσης, μια αστυνομική πηγή προειδοποίησε την ΑΡ TV: “Ελάτε στο Ρατσάκ, κάτι συμβαίνει εκεί”. Στις 10 το πρωί, η δημοσιογραφική ομάδα βρέθηκε επί τόπου δίπλα στην αστυνομία. Τράβηξαν με την κάμερα από ένα ύψωμα που έβλεπε το χωριό από ψηλά κι έπειτα μέσα στους δρόμους, πίσω από ένα τεθωρακισμένο όχημα. Για τις ενέργειες αυτές είχε επίσης ειδοποιηθεί ο ΟΑΣΕ. Τουλάχιστον δύο ομάδες διεθνών παρατηρητών παρακολούθησαν τη σύγκρουση από ένα λόφο, απ’ όπου μπορούσαν να δουν ένα μέρος του χωριού. Μπήκαν στο Ρατσάκ λίγο μετά την αποχώρηση της αστυνομίας. Ρώτησαν μερικούς Αλβανούς για την κατάσταση, προσπαθώντας να ανακαλύψουν, αν υπήρχαν πληγωμένοι κάτοικοι. Γύρω στις 6 το απόγευμα, πήραν τέσσερα πρόσωπα, δύο γυναίκες και δύο ηλικιωμένους άνδρες που ήταν ελαφρά τραυματισμένοι, μέχρι το φαρμακείο της γειτονικής κωμόπολης του Στίμιε. Οι επιθεωρητές της KVM ανέφεραν ότι για την ώρα “δεν ήταν σε θέση να εξακριβώσουν τον αριθμό των απωλειών εκείνης της μάχης”.

Η δημοσιότητα που δόθηκε σε κείνη την επιχείρηση από τη σερβική αστυνομία ήταν αρκετά μεγάλη. Στις 10:30 το πρωί, εκδόθηκε το πρώτο ανακοινωθέν στον τύπο. Ανέφερε ότι η αστυνομία είχε “περικυκλώσει το χωριό Ρατσάκ με στόχο τη σύλληψη των μελών μιας τρομοκρατικής οργάνωσης που σκότωσε έναν αστυνομικό” την περασμένη Κυριακή. Στις 3 μ.μ. ένα πρώτο δελτίο τύπου ανακοίνωσε ότι στη μάχη σκοτώθηκαν δεκαπέντε Αλβανοί. Την επομένη (Σάββατο) η αστυνομία χαιρέτησε την επιτυχία της επιχείρησης η οποία, όπως ειπώθηκε, είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο δεκάδων “τρομοκρατών” του UCK και την κατάσχεση ενός μεγάλου αριθμού όπλων.

Η προσπάθεια σύλληψης ενός Αλβανού που υποτίθεται ότι είχε δολοφονήσει έναν Σέρβο αστυνομικό κατέληξε σε σφαγή. Στις 5:30 το απόγευμα, η αστυνομία εκκένωσε την περιοχή υπό την απειλή σποραδικών πυρών μιας χούφτας μαχητών του UCK που συνέχισαν να αντιστέκονται χάρη στο (βρεγμένο και ανώμαλο) έδαφος.

Σε καμιά περίπτωση, οι πρώτοι από τους Αλβανούς που είχαν απομακρυνθεί δεν επέστρεψαν στο χωριό, εκείνοι που είχαν κατορθώσει να κρυφτούν βγήκαν σε ανοικτό χώρο και τρία οχήματα της KVM (Αποστολή Τεκμηρίωσης για το Κόσσοβο) εισήλθαν στο χωριό. Μία ώρα μετά την απομάκρυνση της αστυνομίας, νύχτωσε.

Το επόμενο πρωί, ο τύπος και η KVM ήλθαν για να δουν τις ζημιές που προκλήθηκαν από τη μάχη. Τότε ακριβώς ήταν που, καθοδηγούμενοι από τους ένοπλους μαχητές του UCK που είχαν ανακαταλάβει το χωριό, ανακάλυψαν το χαντάκι με τα στοιβαγμένα πτώματα, σχεδόν αποκλειστικά πτώματα ανδρών. Το μεσημέρι, ο ίδιος ο επικεφαλής της KVM, ο αμερικανός διπλωμάτης Ουίλλιαμ Γουόκερ, έφθασε επι τόπου και τόνισε τον αποτροπιασμό του για τις θηριωδίες που διέπραξαν “οι σερβικές αστυνομικές αρχές και ο γιουγκοσλαβικός στρατός”.

Η καταδίκη ήταν καθολική, αμετάκλητη. Και όμως, τα ερωτήματα παραμένουν. Πως μπόρεσε η σερβική αστυνομία να συγκεντρώσει τόσους άνδρες και να τους οδηγήσει με ψυχραιμία στον τόπο εκτέλεσης, ενώ δέχονταν συνεχώς πυρά από τους μαχητές του UCK; Πως το χαντάκι που βρισκόταν στα όρια του Ρατσάκ, διέφυγε της προσοχής των ντόπιων που ήταν εξοικειωμένοι με τη γύρω περιοχή και ήταν παρόντες, πριν πέσει το σκοτάδι; Ή των παρατηρητών που ήταν παρόντες για περισσότερο από δύο ώρες σ’ αυτό το μικρό χωριό; Γιατί τόσο λίγες σφαίρες γύρω από τα σώματα, τόσο λίγο αίμα στο σκαμμένο δρόμο όπου είκοσι τρεις άνθρωποι υποτίθεται ότι πυροβολήθηκαν εξ επαφής στο κεφάλι με αρκετές σφαίρες; Μήπως, τα σώματα των Αλβανών που σκοτώθηκαν στη μάχη από τη σερβική αστυνομία συγκεντρώθηκαν και πετάχτηκαν στο χαντάκι για να δημιουργήσουν μια φρικιαστική σκηνή που θα επιδρούσε αποτροπιαστικά στην κοινή γνώμη; Μήπως η βίαιη και άμεση αντίδραση του Βελιγραδίου που έδωσε στον επικεφαλής της KVM σαράντα οκτώ ώρες να εγκαταλείψει τη Γιουγκοσλαβία, δείχνει ότι οι Γιουγκοσλάβοι είναι βέβαιοι για ότι υποστηρίζουν;

Μόνο μια διεθνής ανακριτική επιτροπή υπεράνω κάθε υποψίας, θα μπορέσει να ρίξει φως σ’ αυτά τα σκοτεινά σημεία. Φιλανδοί και Λευκορώσοι γιατροί, αναμένονται να φθάσουν στην Πρίστινα την Τετάρτη για να βοηθήσουν στις αυτοψίες που διενεργούνται από Γιουγκοσλάβους γιατρούς. Το πρόβλημα είναι ότι οι αρχές του Βελιγραδίου δεν είναι συνεργάσιμες σ’ αυτή την κατεύθυνση. Γιατί; Όποια κι αν είναι τα πορίσματα των ερευνών, η σφαγή του Ρατσάκ δείχνει ότι η ελπίδα να φθάσουμε σύντομα σε ύφεση στην κρίση του Κοσόβου φαντάζει μακρινή αυταπάτη.

Ανταπόκριση του Κρισιόφ Σατλό, Le Monde, 21 Ιανουαρίου 1999 (Μετάφραση: Φώτης Καραμεσίνης)

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ