Της Πολίνας Νιούντινγκ Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου
Πηγή: The Spectator, 11 Μαρτίου 2023
Σπανίως περνάει μέρα στη Στοκχόλμη χωρίς πυροβολισμούς ή βομβιστικές επιθέσεις. Σ’ ένα κομμάτι της πόλης, οι κάτοικοι των περιοχών έχουν ενημερωθεί για το τι πρέπει να κάνουν αν το κτήριό τους αποτελέσει στόχο επίθεσης. Για πάρα πολλούς Σουηδούς, αυτή είναι η νέα κανονικότητα.
Σύμφωνα με τη σουηδική νομοθεσία, τα παιδιά κάτω των δεκαπέντε ετών δεν μπορούν να καταδικαστούν σε καμιά ποινή, ενώ οι μεγαλύτεροι έφηβοι σπάνια παραπέμπονται για περισσότερα από τέσσερα χρόνια σε «υποχρεωτική φροντίδα». Έτσι, οι μαφιόζοι στρατολογούν πλέον νέους, τους εξοπλίζουν [ ] και τους στέλνουν ως στρατιώτες στους πολέμους των συμμοριών τους.
Το φιλελεύθερο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης της χώρας και το γεγονός ότι η αστυνομία δεν εκπαιδεύτηκε ποτέ για τέτοιου είδους καταστάσεις έχουν κάνει τη ζωή άνετη για τις καινούργιες συμμορίες στις γειτονιές των μεταναστών. Η τελευταία ιστορία που συγκλονίζει τη Σουηδία αφορά το προάστιο Μποτκίρκα, στα νοτιοδυτικά της Στοκχόλμης.
Σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού εκεί ζει στις λεγόμενες «ευάλωτες περιοχές» –ο ευγενικός τρόπος της αστυνομίας να περιγράφει περιοχές με πλειοψηφία μεταναστών, όπου τα εγκληματικά δίκτυα ασκούν σημαντική πίεση στους υπόλοιπους κατοίκους. Πολλά από τα παιδιά στην Μποτκίρκα, τα οποία προέρχονται κατά κύριο λόγο από οικογένειες μεταναστών, δυσκολεύονται στο σχολείο και αποτελούν εύκολη λεία για τις συμμορίες.
Λίγες κρατικές πρωτοβουλίες έχουν αποτύχει τόσο οικτρά, όσο τα χρηματοδοτούμενα από το δημόσιο «κέντρα νεολαίας» της Σουηδίας. Στην Μποτκίρκα, αντί να κρατήσουν τα παιδιά μακριά από τους δρόμους, μεταβλήθηκαν σε βάση για τα μέλη των συμμοριών. Σύμφωνα με την αστυνομία, τα μέλη των συμμοριών –όταν δεν διέπρατταν εγκλήματα– περνούσαν τη μια νύχτα μετά την άλλη παίζοντας βιντεοπαιχνίδια στα κέντρα· αρκετοί από αυτούς παρουσιάζονταν εκεί με αλεξίσφαιρα γιλέκα. Στα κέντρα είχαν επίσης βρεθεί όπλα και ναρκωτικά. Η δήμαρχος, Έμπα Έστλιν, των Σοσιαλδημοκρατών, αποφάσισε πέρυσι ότι οι χώροι αυτοί είχαν γίνει μέρος του προβλήματος και ότι έπρεπε να κλείσουν.
Στη συνέχεια, πριν από λίγες εβδομάδες, η Έστλιν καθαιρέθηκε ξαφνικά, έπειτα από μια συνάντηση με την τοπική οργάνωση του κόμματός της. Οι υποστηρικτές της ισχυρίζονται ότι στην τοπική της οργάνωση είχαν διεισδύσει εκείνοι που ήθελαν να την τιμωρήσουν, επειδή εναντιώθηκε στις συμμορίες. Στη συνάντηση εμφανίστηκαν πενήντα μέλη του κόμματος και εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι πολλά από αυτά είχαν σχέση με τις συμμορίες στην Μποτκίρκα.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη των συμμοριών στις διαδικασίες του τοπικού παραρτήματος και υποστηρίζει ότι απλώς εκφράστηκε εσωτερική δυσαρέσκεια ως προς την ηγεσία της Έστλιν. Αλλά οι έρευνες των δημοσιογράφων διαπίστωσαν ότι η νέα ηγεσία βρίσκεται, τουλάχιστον, σε μια θέση όπου οφείλει ευγνωμοσύνη στις τοπικές συμμορίες που βοήθησαν να την εκδιώξουν από την εξουσία.
Τώρα, η εθνική κυβέρνηση της Σουηδίας διόρισε μια επιτροπή για να διερευνήσει τη λειτουργία εκπαιδευτικών οργανώσεων όπως η ABF (η ομάδα που διαχειρίζεται τα κέντρα νεολαίας) και σε ποιο βαθμό τηρούν τις «δημοκρατικές αξίες» της κοινωνίας. Με λίγα λόγια, θέλει να διαπιστώσει ποιες από αυτές τις οργανώσεις βρίσκονται σε συμμαχία με τη μαφία, ή με εξτρεμιστές του ισλάμ.
Οι πανεθνικές αντιδράσεις στις κατηγορίες για διείσδυση συμμοριών είναι τέτοια, ώστε ο Γκούναρ Στρέμερ, υπουργός Δικαιοσύνης της Σουηδίας, ανακοίνωσε ξεχωριστή έρευνα για τον τρόπο με τον οποίο εγκληματικές οντότητες προσπαθούν να επηρεάσουν εκλεγμένους αξιωματούχους και πολιτικές διαδικασίες. Ο ίδιος αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι τα προβλήματα αυτά δεν περιορίζονται μόνο στους Σοσιαλδημοκράτες. Πράγματι, το δικό του κόμμα, οι κεντροδεξιοί Μετριοπαθείς, ενεπλάκησαν σε παρόμοιο σκάνδαλο, όταν ο ηγέτης τους στην Μποτκίρκα εκδιώχθηκε με πραξικόπημα πριν από έξι χρόνια. Και το ανησυχητικό είναι ότι οι Σουηδοί τα έχουν ξαναδεί όλα αυτά.
Για παράδειγμα το Σέντερτελγε, μια πόλη κοντά στην Μποτκίρκα με πληθυσμό λίγο κάτω από 100.000 κατοίκους. Στο Σέντερτελγε σκοτώθηκαν πέρυσι τόσοι άνθρωποι όσοι και σε ολόκληρο το Λονδίνο. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι εγκληματικά δίκτυα είχαν εισχωρήσει στην τοπική πολιτική εκεί ήδη από το 2011. Το ορατό έγκλημα, όπως η βία και η διακίνηση ναρκωτικών, ήταν μόνο ένα επίπεδο στο οποίο δρούσαν οι συμμορίες. Στο μεσαίο επίπεδο βρίσκονταν εκείνοι που διέπρατταν οικονομικά αδικήματα και δρούσαν ως εσωτερικοί συνεργάτες και αρωγοί αρχών και εταιρειών – ενώ οι εγκληματίες ανώτατου επιπέδου είχαν «μεγάλη επιρροή στον κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό τομέα».
Στο Γκέτεμποργκ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σουηδίας, ο δήμος δέχεται επίσης πιέσεις από τις συμμορίες. Το καλοκαίρι του 2021, μια έκθεση που βασίστηκε σε συνεντεύξεις με πενήντα υπαλλήλους του δήμου έδειξε ότι φαμίλιες και συμμορίες εγκληματιών είχαν επιτύχει ώστε οι υπάλληλοι του δήμου να κάνουν τα στραβά μάτια όταν πωλούνταν ανοιχτά ναρκωτικά ή όταν αποθηκεύονταν όπλα και ναρκωτικά σε δημοτική περιουσία. Αισθάνονταν επίσης ανίκανοι ν’ αναφέρουν τις ανησυχίες τους όταν τα παιδιά κινδύνευαν.
Μια έρευνα που δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί, και περιήλθε στην κατοχή του διαδικτυακού περιοδικού Kvartal, δείχνει ότι αυξάνεται ο αριθμός των υπαλλήλων των κοινωνικών υπηρεσιών του Γκέτεμποργκ που δηλώνουν ότι έχουν εκτεθεί στην επιρροή συμμοριών. Υπάρχει επίσης το πρόβλημα των οικιακών διακρίσεων και της καταπίεσης, καθώς συνήθως γυναίκες και παιδιά αναγκάζονται να περιορίσουν την ελευθερία τους με τρόπους που δεν συνάδουν με τη δυτική αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δύο υπάλληλοι των κοινωνικών υπηρεσιών, που φέρονται να δηλώνουν ότι ανησυχούν καθώς βλέπουν ότι όσοι αντιμετωπίζουν τέτοιου τύπου διακρίσεις «δεν λαμβάνουν όλο και περισσότερο τη βοήθεια που χρειάζονται, καθώς οικογένειες, συγγενείς και άλλοι με στενούς δεσμούς με την οικογένεια», προσπαθούν να επηρεάσουν κοινωνικούς λειτουργούς και άλλους αρμόδιους, «ώστε να αλλάξουν τις αποφάσεις τους».
Πώς λοιπόν μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η διαρκώς μεταλλασσόμενη απειλή της εγκληματικότητας των συμμοριών; Πόσο ακόμα θα επιδεινωθεί η κατάσταση; «Είμαι αρκετά απαισιόδοξος βραχυπρόθεσμα», δήλωσε πρόσφατα ο Ουλφ Κρίστερσον, πρωθυπουργός της Σουηδίας. [ ] Ο βραβευμένος δημοσιογράφος Φεντερίκο Μορένο, ο οποίος μεγάλωσε και ο ίδιος στην Μποτκίρκα και έχει παρακολουθήσει από κοντά την παρακμή της, δήλωσε πρόσφατα: «Όταν οι συμμορίες κυριαρχούν στους δρόμους, σύντομα θέλουν να κάνουν δική τους και την πολιτική». Η Σουηδία το ανακαλύπτει αυτό τώρα.