Μετά τις καταλήψεις, μετά τη “γέννηση του νέου Κινήματος” και την έκφραση του σ’ ένα σύνολο από τομείς, και κύρια στη μαζική αντιτρομοκρατική πάλη που εγκαινιάστηκε με τις πορείες στη Βουλή ενάντια στην τρομοκρατία, μπαίνει όλο και πιο έντονα, όλο και πιο αποφασιστικά, η ανάγκη της συνέχειας.
Συνέχεια γιατί και προς τι;
Συνέχεια προς την οικοδόμηση. μέσα από το μάγμα του χώρου της λεγόμενης αυτονομίας, ενός πολιτικού ρεύματος, ενός ρεύματος που ξεκαθαρίζει την πορεία του, αυτοπροσδιορίζεται, αυτοοικοδομείται.
α) Η σημερινή περίοδος στην ιστορία της άκρας αριστεράς
Στη χώρα μας η άκρα αριστερά έχει μια ιστορία σχεδόν πια είκοσι χρόνων. Μια ιστορία που η αργόσυρτη διάρκειά της καθορίζεται από την αργόσυρτη διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας και ακόμα περισσότερο από την αργόσυρτη αλλαγή των ιδεολογικών και πολιτικών όρων. Μια πορεία που οδηγεί από την απλή θέληση της “αναγέννησης” του παλιού κινήματος, όπως εμφανίστηκε το 1963-64,στη θέληση της οικοδόμησης ενός ριζικά διαφορετικού νέου επαναστατικού κινήματος. Αυτή η αργή αλλαγή, η αργή διαδικασία της οικοδόμησης ενός αντικαπιταλιστικού επαναστατικού κινήματος εξηγείται από την ίδια τη φύση της ελληνικής κοινωνίας. Σε μια κοινωνία παρασιτική αγροτική ακόμα το ’60, μια κοινωνία όπου οι αντιθέσεις φαίνονταν να έρχονται από τα έξω –Κύπρος, Αμερικάνοι, κλπ.– ή να εξάγονται προς τα έξω –μετανάστευση– όλα έμοιαζαν να προχωρούν αργά, σαν τον κάβουρα. Αντιθέσεις και ταξικές συγκρούσεις να καλύπτονται από τα μαξιλαράκια πού έμπαιναν ανάμεσα στις ταξικές συγκρούσεις και τις μετέβαλαν σε πολιτικές αντανακλάσεις κορυφές. Σ’ αυτές τις συνθήκες ήταν αργή και η διαμόρφωση μιας νέας επαναστατικής αριστεράς. Έπρεπε να περάσει από ένα σύνολο σταδίων, ενώ στο μεταξύ έπρεπε να μεταβληθεί η σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας για να οδηγήσει σε ωριμότερες μορφές.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, μια αντικαπιταλιστική επαναστατική αντίληψη άργησε πολύ να διαμορφωθεί, και ακόμα περισσότερο να περάσει από ένα στάδιο θεωρητικό, αφηρημένο, στη μεταβολή του σ’ ένα συγκεκριμένο πολιτικό ρεύμα. Έπρεπε να περάσει μέσα από ένα σύνολο μεταμορφώσεων. Ας τις δούμε πια συγκεκριμένα.·
Η φύση της ελληνικής κοινωνίας σαν ιμπεριαλιστικού παράσιτου της Δύσης καθόριζε και τις ιδιομορφίες, της. Τη χαμηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, την κυριαρχία της κατανάλωσης απέναντι στην παραγωγή, το σχετικά μεγάλο βάρος των μεσαίων στρωμάτων. Αυτή η πραγματικότητα ήταν εκείνη πού έκανε το προλεταριάτο και την προλεταριακή αντίληψη να καλύπτονται πίσω από το παχύ στρώμα μεσοστρωμάτων πού καθόριζε τις πολιτικές εξελίξεις. Έτσι, μια αντίληψη αντικαπιταλιστική, προλεταριακή, δεν ήταν δυνατό να βγει άμεσα, αυθόρμητα, μέσα από τις ταξικές συγκρούσεις, αλλά μπορούσε μόνο να διαμορφωθεί θεωρητικά. Αντίθετα η τάση της ρήξης με την παλιά-αριστερά δεν ήταν δυνατό παρά να παίρνει οργανωτικά αποκρυσταλλώματα παραδοσιακά, δεμένα με τις “παλιές καλές παραδόσεις του κινήματος”. Έτσι, στην περίοδο 1963-64 εμφανίζονται αυτά τά στοιχεία, μιας νέας αντίληψης και ενός οργανωτικού; αποκρυσταλλώματος, ασύνδετα μεταξύ τους.
Από τη μια πλευρά είναι ο “Αντιμπεριαλιστής” και οι “Φίλοι Νέων Χωρών”. γύρω από το Ν. Ψυρούκη, πού προσπαθούν να βάλουν μια νέα αντίληψη για την ελληνική πραγματικότητα -η μικροϊμπεριαλιστική φύση της ελληνικής αστικής τάξης– αλλά αυτό το κάνουν μ’ έναν τρόπο εξωτερικό και ιστορικίστικο, δηλαδή βλέπουν, τη δράση ΕΞΩ από την Ελλάδα αυτής της αστικής τάξης και δε μπορούν να δουν τις εσωτερικές αντιθέσεις «και το ρόλο του προλεταριάτου σα φορέα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτή η άποψη, πού αποτελεί την απαρχή μιας νέας αντίληψης, δε μπορεί να ξεπεράσει τα όρια μιας γκρούπας θεωρητικού χαρακτήρα, δεν μπορεί ούτε να περάσει σε ΔΡΑΣΗ ούτε σε ΟΡΓΑΝΩΣΗ.
Αντίθετα, η τάση για ΟΡΓΑΝΩΣΗ εμφανίζεται εντελώς ξεκομμένα από μια νέα αντίληψη, μέσα από το περιοδικό “Αναγέννηση”, τη μετέπειτα ΟΜΛΕ και ΚΚΕ(μ-λ), πού παραμένει στις παλιές θεωρίες για “μισοφεουδαρχική”(!) Ελλάδα, στο παλιό πρόγραμμα του ΚΚΕ, αλλά ,.το θέλει πιο ριζοσπαστικό. Και είναι φυσικό. Η καινούργια αντίληψη δε μπορούσε να χτίσει οργάνωση, ενώ αντίθετα η οργάνωση μπορούσε να οικοδομηθεί μόνο με βάση την παλιά αντίληψη.
Σε μια δεύτερη περίοδο, από το ’70 μέχρι το ’76, οι αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας γίνονται πιο εξώφθαλμες και οι πολιτικές συνθήκες αλλάζουν. Η αντίληψη για σοσιαλιστική επανάσταση περνάει σε μια πιο ολοκληρωμένη μορφή. Το αντικαπιταλιστικό κίνημα θα αναπτυχθεί “από τα μέσα” και μπαίνει η αναγκαιότητα της ΔΡΑΣΗΣ, έστω και αν ακόμα δεν υπάρχει εκείνο το μαζικό πολιτικό ρεύμα πού να επιτρέπει τη δημιουργία οργάνωσης· η οργανωτικότητα παραμένει στο επίπεδο μικρών ομάδων. Η πρώτη συγκροτημένη παρέμβαση αυτού του χώρου είναι στην περίοδο 1974-75, στο εργατικό κίνημα και τις απεργίες των εργοστασίων. Όμως, παρόλα αυτά, το κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα παραμένει ακόμα δεμένο με την παραδοσιακή αντίληψη. Η πιο ολοκληρωμένη της έκφραση είναι το ΕΚΚΕ, πού εξακολουθεί να αναφέρεται στην παλιά καλή εποχή του Ζαχαριάδη, αλλά που σε αντίθεση με την ΟΜΛΕ-ΚΚΕ(μ-λ), εκφράζει ένα νέο στοιχείο, το στοιχείο της ΔΡΑΣΗΣ μαζί με την οργάνωση. Κι αυτό φαίνεται τόσο από το ρόλο του στη δικτατορία όσο και αμέσως μετά.
Έτσι έχουμε δυο ρεύματα μέσα στην άκρα αριστερά: ένα πού ξεκινάει από την οργάνωση και φτάνει σε μια κάποια δράση, χωρίς όμως να έχει μια νέα αντίληψη, και που μέχρι το 1977 αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής άκρας αριστεράς και ένα δεύτερο ρεύμα που ξεκινάει από μια διαφορετική, αντικαπιταλιστική αντίληψη και φτάνει μέχρι τα όρια της δράσης.
Το 1977 αποτελεί την απαρχή της μεγάλης κρίσης της πρώτης άποψης. Η ελληνική κοινωνία είναι πια εξώφθαλμα κάτι άλλο από τις θεωρίες της “κομπραδόρικης αστικής τάξης” των κάθε είδους μ-λ. Το νέο επαναστατικό κίνημα θα’ ναι κάτι ριζικά διαφορετικό από την καρικατούρα της επανάληψης του 1930, που ενσαρκώνουν τα κόμματα και κομματίδια κάθε είδους Και αρχίζει μια μεταβατική περίοδος κρίσης. Μια περίοδος αποχώρησης και διάλυσης οργανώσεων, μια περίοδος αποσύνθεσης της παλιάς άκρας αριστεράς που αλλού έχουμε περιγράψει. Αποσύνθεση πού γεννάει, έστω με ατομικό τρόπο και αναρχικό “αντιεξουσιαστικό” ντύμα, μια καινούργια αντίληψη σε μαζικό επίπεδο. Μπαίνουν οι βάσεις, αρχικά στη νεολαία, ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού κινήματος. Άρα οι βάσεις για μια τρίτη φάση στην ανάπτυξη της άκρας αριστεράς. Όπου νέα αντίληψη, δράση και οργανωτικότητα θα μπορέσουν να ενοποιηθούν
Και η πρώτη μαζική εκδήλωση αυτού του νέου κινήματος με πανεθνική απήχηση υπήρξαν οι καταλήψεις.
β) Ο συγκεκριμένος τρόπος ανάπτυξης του νέου κινήματος
Φυσικά, αυτό το νέο αντικαπιταλιστικό οργανωμένο κίνημα δε θα βγει πάνοπλο και έτοιμο σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία. ΘΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΘΕΙ ΣΤΑΔΙΑΚΑ. Αυτή η σταδιακή του διαμόρφωση έχει περάσει μέχρι σήμερα από δύο φάσεις.
α. Τη δημιουργία και τη δράση “αυτόνομων Ομάδων” από παλιούς αγωνιστές της άκρας αριστεράς σε κρίση (“Επιτροπή Σερίφη”, αυτόνομες αμάδες στα πανεπιστήμια και τις γειτονιές» το 1977-79). Ήταν η εποχή που ιδέες διαμορφωμένες από την κρίση των οργανώσεων προσπαθούσαν να εισχωρήσουν και να επηρεάσουν τούς μαζικούς χώρους. Αυτές οι ομάδες απευθύνονται σε μαζικούς χώρους, αλλά είναι ταυτόχρονα “εξωτερικές” απ’ αυτούς, γενικοπολιτικές. Γι’ αυτό και η απήχησή τους είναι περισσότερο γενική-ιδεολογική, δε μπορεί ακόμα να διαμορφώσει μαζικά κινήματα αλλά ξαπλώνει ιδέες, δημιουργεί ένα γενικό ιδεολογικό κλίμα.
β. Η δεύτερη φάση, το 1979-80 ήταν η φάση της μαζικοποίησης του φαινόμενου της “αυτονομίας”, μέσα από τους ίδιους τούς κοινωνικούς χώρους. Τώρα πια βγαίνει, σα δημιούργημα άμεσο των αντιθέσεων της ελληνικής κοινωνίας, ένα μαζικό αντικαπιταλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στο φοιτητικό χώρο και τη νεολαία γενικότερα. Εκδήλωση αυτής της μαζικοποίησης υπήρξαν και οι καταλήψεις.
Μάλιστα, η παλιά “αυτονομία” ξεφτίζει και περιθωριοποιείται στο μεγαλύτερο ποσοστό της γιατί σαν εξωτερική στους κοινωνικούς χώρους δε μπορεί να προσαρμοστεί στις καινούργιες ανάγκες.
Σήμερα μπαίνουμε στην αναγκαιότητα μιας νέας περιόδου. Μιας περιόδου πού μπορεί να χαρακτηριστεί σαν περίοδος περάσματος απ’ την “αυτονομία” στην οργάνωση.
Πιο συγκεκριμένα:
1. Μέσα από το ξάπλωμα του κινήματος έξω από το πανεπιστήμιο, στις γειτονιές, στα σχολειά και παραπέρα σε άλλους κοινωνικούς χώρους, γεννιέται η ανάγκη για ένα πιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα παρέμβασης, για ένα βάθαιμα του ιδεολογικού περιεχομένου του κινήματος.
2. Το ίδιο το προχώρημα του κινήματος μέσα στους χώρους, πανεπιστήμια, κλπ, απαιτεί ένα πιο επεξεργασμένο και βαθύτερο πρόγραμμα. Γιατί δεν είναι δυνατό να ξαναϋπάρξει κίνημα απλά και μόνο πάνω στη βάση του οποιουδήποτε 815 και μόνο αλλά πρέπει να αποκτήσει ένα βαθύτερο ιδεολογικό περιεχόμενο.
3. Οι ανάγκες της γενικής πολιτικής σύγκρουσης, όπως φάνηκε ήδη με την τρομοκρατία, βάζουν το ζήτημα μιας πιο ενιαίας αντίληψης, το ξεπέρασμα του κορπορατισμού και του «ο καθένας στο χώρο του».
4. Το βάθαιμα του κινήματος συνδυάζεται και με την αλλαγή της κοινωνικής του βάσης, με το πέρασμα σε πιο λαϊκά κοινωνικά στρώματα, πράγμα που απαιτεί μια περισσότερο ενοποιημένη αντίληψη, μια περισσότερο οργανωμένη δουλειά.
5. Τέλος, οι ίδιες οι προσπάθειες πού πολλές πολιτικές δυνάμεις κάνουν σήμερα για να ξαναφέρουν το νέο κίνημα κάτω από την αιγίδα των παλιών ξεπερασμένων συνταγών, αλλά σε βελτιωμένη έκδοση, πράγμα πού φτάνει και μέχρι την ίδια την ΚΝΕ πού το ρίχνει στην ,”ιδεολογική αντιπαράθεση” και κάνει “συναυλίες ροκ”. υποχρεώνει το πραγματικά αντικαπιταλιστικό-επαναστατικό κομμάτι της αυτονομίας να ανεβάσει την οργανωτικότητά του και το ιδεολογικό του ξεκαθάρισμα.
6. Και αν όλα αυτά μπουν στο πλαίσιο της όξυνσης της οικονομικής και πολιτικής κρίσης του καθεστώτος, είναι φανερό πώς δε μπορεί να υπάρξει καμιά καθυστέρηση. Ανοίγεται μια περίοδος οξυμμένων συγκρούσεων και το επίπεδο της παρέμβασης μας πρέπει ν’ ανέβει.
7. Και φυσικά, εδώ, ο ρόλος της τρομοκρατίας δεν είναι αμελητέος. Έχει γίνει πια φανερό ότι το κράτος δε μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε σκόρπιοι. Η τρομοκρατία του κράτους βάζει την ανάγκη για μια ανώτερη οργανωτικότητα, αν δε θέλουν οι διάφορες αυτόνομες συσπειρώσεις να διαλυθούν, να πάνε σπίτι τους ή να περιθωριοποιηθούν πολιτικά.
γ) Ο ρόλος της ΡΗΞΗΣ
Φυσικά δεν πιστεύουμε ότι έχει κιόλας φτάσει η στιγμή για τη δημιουργία μιας οργάνωσης. Και με οργάνωση δεν εννοούμε φυσικά ένα κάποιο γκρουπούσκουλο. Κάτι τέτοιο θα μπορέσει να γίνει αργότερα, μόνο όταν υπάρξει μια σύμπτωση, έστω και μ’ ένα μικρό κομμάτι του εργατικού κινήματος και όταν θ’ αποτελεί θέληση ενός συνολικού ρεύματος. Αλλά πιστεύουμε ότι βαδίζουμε προς τα κει.
Θα πρέπει άρα ν’ αλλάξει η λειτουργία μας, να μεταβληθεί σε λειτουργία ενός πολιτικού πόλου μέσα σ’ ένα ρεύμα, δηλαδή ενός κέντρου πρωτοβουλιών πού θα βοηθάει στη συγκρότηση) και την οργάνωση του ρεύματος συνολικά, που θα βοηθήσει στην επεξεργασία ενός προγράμματος σε κάθε χώρο παρέμβασης, πού θα παίξει ενεργό ρόλο στο γενικό πολιτικό επίπεδο. Και αυτό σημαίνει:
Α. Πρωτοβουλία για το ξεπέρασμα του κορπορατισμού του “χώρου” και πολιτικοποίηση του. Βάθαιμα της ιδεολογίας του.
Β. Άνοιγμα της δουλειάς προς άλλους κοινωνικούς χώρους. Κι αυτή τη στιγμή, κεντρικό ρόλο παίζει η γειτονιά. Σταδιακά προετοιμασία μιας νέας παρέμβασης στο εργατικό κίνημα.
Γ. Επεξεργασία ενός προγράμματος δουλειάς σε κάθε χώρο, προσπάθεια συγκρότησης και πάλι των ομάδων πού έχουν διαλυθεί, σε μια πιο ξεκάθαρη βάση πια.
Έτσι βλέπουμε τη δουλειά μας σα ΡΗΞΗ σήμερα.